Ενέργεια & Δίκαιο (Ενέργεια&Δίκαιο)

Πλούσια είναι η ύλη και του νέου τεύχους του περιοδικού, το οποίο είναι, όπως και τα προηγούμενα τεύχη μας, ογκώδες.
Η αρθρογραφία του αποτελείται από τα πονήματα «Εισαγωγή στο ενωσιακό δίκαιο του υδρογόνου» του Κ. Κόμνιου, «H θεμελίωση του εννόμου συμφέροντος στις αιτήσεις ακύρωσης περιβαλλοντικών όρων χωροθέτησης σταθμών ΑΠΕ» των Θ. Πανάγου και Β. Σπηλιοπούλου, «Κατάχρηση αγοράς και ενέργεια: Από τη χρηματιστηριακή μετεξέλιξη στην ενεργειακή κρίση» της Χ. Ταρνανίδου και «Ο μεταβαλλόμενος ρόλος των Διαχειριστών Συστημάτων Διανομής» της Αγγ. Ζησιού.
Επίσης, το νέο τεύχος περιλαμβάνει πλήθος δικαστικών αποφάσεων. Από την εθνική νομολογία ξεχωρίζουν η 1669/2022 της 7μελούς του Δ΄ Τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας, η οποία έταμε το ζήτημα της νομιμότητας πράξεων της ΡΑΕ επί του συστήματος δημοπρασιών ηλεκτρικής ενέργειας (ΝΟΜΕ - Nouvelle Organisation du Marché de l’Electricité), η 560/2022 απόφαση του Α1 Τμήματος του Αρείου Πά-γου, η οποία συνοδεύεται από σχόλιο της Χριστίνας Ζάτκα, που έκρινε ότι ο ΑΔΜΗΕ κατά τη διαδικασία της έγχυσης της ηλεκτρικής ενέργειας από τον παραγωγό στο Σύστημα και της εν συνεχεία απορρόφησης αυτής από τον προμηθευτή δεν είναι αγοραστής της ηλεκτρικής ενέργειας από τον παραγωγό, ούτε πωλητής αυτής προς τον προμηθευτή, αλλά τοποθετείται ως ενδιάμεσος φορέας μεταξύ των αντισυμβαλλόμενων, η 2043/2022 του ιδίου Τμήματος του αυτού πολιτικού δικαστηρίου, η οποία συνοδεύεται από σχόλιο του Χάρη Συνοδινού, που έκρινε ότι σύμβαση της τέως ΛΑΓΗΕ ΑΕ και ήδη ΔΑΠΕΕΠ ΑΕ με παραγωγό ηλεκτρικής ενέργειας είναι ιδιωτική και αρμόδια δικαστήρια για την επίλυση των διαφορών που προκύπτουν απ’ αυτήν είναι τα πολιτικά δικαστήρια, καθώς και ότι νομίμως η πρώτη προβάλλει κατά του δευτέρου τη στηριζόμενη στο άρθρο 342 ΑΚ ένσταση περί μη ευθύνης της για την καθυστέρηση της πληρωμής του, επειδή ο Ειδικός Λογαριασμός ΑΠΕ, του οποίου διαχειρίστρια ήταν η τέως ΛΑΓΗΕ ΑΕ και ήδη ΔΑΠΕΕΠ ΑΕ, άρχισε από τα τέλη του 2011 να εμφανίζει συνεχώς διογκούμενο έλλειμμα, με αποτέλεσμα να μην είναι δυνατή γι’ αυτόν τον λόγο η εμπρόθεσμη εξόφληση των επίδικων τιμολογίων του παραγωγού, καθώς και η 67/2023 του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών (διαδικασία εκούσιας δικαιοδοσίας), η οποία απέρριψε συλλογική αγωγή του άρθρου 10 παρ. 16 περ. α΄ του ν. 2251/1994 ενώσεων καταναλωτών κατά της ΔΕΗ ΑΕ, δεσπόζουσας προμηθεύτριας ηλεκτρικής ενέργειας, και πρόσθετες παρεμβάσεις υπέρ αυτών από νπδδ, νπιδ και φυσικό πρόσωπο για τα κυμαινόμενα τιμολόγιά της και τις ρήτρες αναπροσαρμογής που αυτά περιέχουν.
Από την ενωσιακή νομολογία, ξεχωρίζουν οι αποφάσεις του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 12ης Μαΐου 2022 στην υπόθεση C-377/20, η οποία συνοδεύεται από σχόλιο της Χριστίνας Ζάτκα, σχετικά με την ερμηνεία του άρθρου 102 ΣΛΕΕ αναφορικά με την καταχρηστική εκμετάλλευση δεσπόζουσας θέσης από πρώην καθετοποιημένη επιχείρηση που δραστη-ριοποιείται στον τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας και της 24ης Φεβρουαρίου 2022 στην υπόθεση C-290/20, με την οποία κρίθηκε ότι η εσωτερική αγορά φυσικού αερίου είναι οργανωμένη κατά τρόπο παρόμοιο με την αγορά ηλεκτρικής ενέργειας και ότι, επομένως, η έννοια της «πρόσβασης» στο σύστημα αφορά κατ’ ουσίαν το δικαίωμα χρήσης του δικτύου φυσικού αερίου, η έννοια της «σύνδεσης» αφορά τη φυσική σύνδεση με το δίκτυο φυσικού αερίου και η μεταφορά και διανομή φυσικού αερίου δεν περιλαμβάνουν την προμήθεια με φυσικό αέριο.
Στην ενότητα βιβλιοπαρουσιάσεις, ο Χάρης Συνοδινός παρουσιάζει τη νέα μελέτη του Ιωάννη Σαρμά «Η Ένωση δικαίου, Η νομολογία του Δικαστηρίου της Ευ-ρωπαϊκής Ένωσης (εξελικτική και συνθετική μελέτη), Τα μεγάλα θέματα της Νομολογίας - τ. 2» και οι Γιολάντα Καραμπούλια και Χάρης Συνοδινός το εγχειρίδιο του Δημήτρη Ζερδελή, «Ευρωπαϊκό Εργατικό Δίκαιο».
Στο νέο τεύχος περιλαμβάνονται οι ενότητες «Επίκαιρα» και «Νομοθετικό Δελτίο».
Πληροφορίες έκδοσης
Συνδρομή εξωτερικού: € 100
Εταιρείες: € 75
Φοιτητές: € 75
Δικαστές: € 75
Πίνακας περιεχομένων +-
1 Σημείωμα της σύνταξης
11 Επίκαιρα
Άρθρα
23 Εισαγωγή στο ενωσιακό δίκαιο του υδρογόνου, Κ. Κόμνιος
36 H θεμελίωση του εννόμου συμφέροντος στις αιτήσεις ακύρωσης περιβαλλοντικών όρων χωροθέτησης σταθμών ΑΠΕ, Θ. Πανάγος-Β. Σπηλιοπούλου
42 Κατάχρηση αγοράς και ενέργεια: Από τη χρηματιστηριακή μετεξέλιξη στην ενεργειακή κρίση, Χ. Ταρνανίδου
83 Ο μεταβαλλόμενος ρόλος των Διαχειριστών Συστημάτων Διανομής, Αγγ. Ζησιού
93 Νομοθετικό δελτίο
Νομολογία
• Εθνική
100 Συμβούλιο της Επικρατείας (Επιτροπή Αναστολών - Ε΄ Τμήμα) 195/2022: Αίτηση αναστολής κατά τεσσάρων πράξεων υπαγωγής σε ΠΠΔ ισαρίθμων ΑΣΠΗΕ. Παρά το ότι τίθεται ζήτημα συνάφειας των προσβαλλομένων, δοθέντος ότι έχουν εκδοθεί στο πλαίσιο ανεξάρτητων διοικητικών διαδικασιών που κατατείνουν στην περιβαλλοντική αδειοδότηση αιολικών σταθμών διαφορετικών φορέων, η αδειοδότηση δε αυτών ερείδεται σε διαφορετικές εκθέσεις, μελέτες, δικαιολογητικά, γνωμοδοτήσεις, υπό τα δεδομένα της παρούσης υπόθεσης η Επιτροπή Αναστολών κρίνει ότι δεν κωλύεται να εξετάσει την κρινόμενη αίτηση στο σύνολό της. - Στην περίπτωση που η προσβαλλόμενη πράξη εντάσσεται στη διαδικασία περιβαλλοντικής αδειοδότησης ορισμένης δραστηριότητας, η οποία υπόκειται κατά τον νόμο στη διαδικασία αυτή ακριβώς διότι εγκυμονεί κινδύνους για το περιβάλλον, ως ανεπανόρθωτη βλάβη που θα δικαιολογούσε την αναστολή εκτέλεσης της προσβαλλόμενης πράξης δεν είναι δυνατόν να νοούνται οι συνήθεις περιβαλλοντικές συνέπειες που εξ ορισμού συνεπάγεται η άσκηση της οικείας δραστηριότητας, για τον περιορισμό και την αντιμετώπιση των οποίων, άλλωστε, θεσπίζεται η διαδικασία περιβαλλοντικής αδειοδότησης και η επιβολή των κατάλληλων περιβαλλοντικών όρων, αλλά ιδιαιτέρως δυσμενείς επιπτώσεις στο περιβάλλον, οι οποίες πιθανολογείται ότι δεν έχουν ληφθεί υπ' όψιν κατά τη διοικητική διαδικασία και τείνουν, λόγω της σοβαρότητάς τους, να επιφέρουν σ’ αυτό αλλοιώσεις δυσχερώς αναστρέψιμες ή μη αναστρέψιμες. - Η συνισταμένη στην αισθητική υποβάθμιση του φυσικού τοπίου βλάβη είναι κατ’ αρχήν επανορθώσιμη σε περίπτωση ευδοκίμησης της αίτησης ακύρωσης με την απεγκατάσταση των ανεμογεννητριών και την απομάκρυνση του απαραίτητου για τη λειτουργία τους εξοπλισμού. - Από τις οδηγίες 92/43/ΕΟΚ και 2009/147/ΕΚ δεν απορρέει απόλυτη απαγόρευση εγκατάστασης αιολικών σταθμών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας εντός ή πλησίον ζωνών ειδικής προστασίας της ορνιθοπανίδας (ΖΕΠ) και περιοχών εντεταγμένων στο δίκτυο Natura 2000. Αιολικά πάρκα που είναι δυνατόν να επηρεάζουν σημαντικά περιοχές εντεταγμένες στο δίκτυο Natura 2000, ή περιοχές που έχουν χαρακτηρισθεί ως ΖΕΠ, πρέπει να υπόκεινται σε δέουσα εκτίμηση των περιβαλλοντικών τους επιπτώσεων, η οποία προϋποθέτει ότι έχουν προσδιορισθεί, λαμβανομένων υπ' όψιν των βέλτιστων επιστημονικών γνώσεων, όλες οι πτυχές του σχεδίου ή του έργου που θα μπορούσαν να επηρεάσουν, είτε αυτοτελώς είτε σε συνδυασμό με άλλα σχέδια ή έργα, τους στόχους διατήρησης του τόπου αυτού, η δε διοίκηση μπορεί να επιτρέψει την άσκηση της δραστηριότητας μόνον εφόσον είναι βέβαιη ότι δεν τίθεται σε διακινδύνευση η ακεραιότητα του προστατευόμενου τόπου. Δεκτή εν μέρει η αίτηση αναστολής συνεκτιμημένου του γεγονότος ότι για την εκδίκαση της αίτησης ακύρωσης έχει ορισθεί σύντομη δικάσιμος.
108 Συμβούλιο της Επικρατείας (Δ΄ Τμήμα) 1755/2021: Αίτηση ακύρωσης της ΔΕΗ κατά της πράξης της ΡΑΕ που αφορά τη διάθεση μέρους των ποσών που εισπράττονται από διαπιστωμένες ρευματοκλοπές στον Δεσπόζοντα Προμηθευτή, ως αντιστάθμισμα για την ασύμμετρη επιβάρυνσή του από τις ρευματοκλοπές, σε σχέση με τους λοιπούς προμηθευτές. - Ακυρωτική η διαφορά. - Με τις διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 138 του Κώδικα ΕΔΔΗΕ προβλέπεται ότι τα ποσά που αποδίδονται στον Δεσπόζοντα Προμηθευτή με χρέωση του αποθεματικού ρευματοκλοπών του άρθρου 95 παρ. 17 περ. β΄ του Κώδικα αφορούν σε ρευματοκλοπές που έλαβαν χώρα πριν την Ημέρα Έναρξης Ενιαίων Υπολογισμών και σε περιόδους κατά τις οποίες οι πραγματικές απώλειες ενέργειας στο Δίκτυο είναι μεγαλύτερες αυτών που υπολογίζονται βάσει των συντελεστών απωλειών του άρθρου 13. Στην ανωτέρω ρύθμιση του Κώδικα δεν ορίζεται κάτι ειδικότερο σχετικά με τον τρόπο προσδιορισμού των εν λόγω χρονικών περιόδων. Συνεπώς, στο πλαίσιο της εξουσιοδότησης που παρέχεται στη ΡΑΕ για τον καθορισμό κάθε αναγκαίας λεπτομέρειας για την εφαρμογή της ως άνω θεσπιζομένης ρύθμισης, η Αρχή μπορεί να καθορίσει και τον πλέον πρόσφορο τρόπο προσδιορισμού του χρονικού διαστήματος, ως προς τον οποίον θα ελέγχεται αν συντρέχουν οι τασσόμενες προϋποθέσεις εφαρμογής της, ώστε να μπορούν να εξαχθούν αξιόπιστα και ασφαλή συμπεράσματα σχετικά με το αν έλαβε πράγματι χώρα ασύμμετρη επιβάρυνση του Δεσπόζοντος Προμηθευτή από ρευματοκλοπές. Πρέπει όμως η θεσπιζόμενη από τη ΡΑΕ ρύθμιση να στηρίζεται σε διαφανή και αντικειμενικά κριτήρια, τα οποία ανταποκρίνονται στον σκοπό που υπηρετείται με τις συγκεκριμένες διατάξεις του Κώδικα ΕΔΔΗΕ. - Από τις επίμαχες ρυθμίσεις της προσβαλλομένης προκύπτει ότι η ΡΑΕ, ενώ ως προς το έτος 2015 και τα επόμενα έτη (μέχρι την Ημέρα Έναρξης Ενιαίων Υπολογισμών) όρισε ότι για τον υπολογισμό των ποσών που αποδίδονται στον Δεσπόζοντα Προμηθευτή λαμβάνονται υπ' όψιν τα έτη για τα οποία ο μέσος ετήσιος συντελεστής πραγματικών απωλειών είναι μεγαλύτερος του αντίστοιχου συντελεστή που εγκρίνεται κατά το άρθρο 136 του Κώδικα Διαχείρισης ΕΔΔΗΕ, ως προς τις χρονικές περιόδους προ του έτους 2015 δεν προέβη αντιστοίχως στον καθορισμό του ληπτέου υπ' όψιν χρονικού διαστήματος για τη διαπίστωση των πραγματικών απωλειών στο Δίκτυο, αλλά έκρινε ότι δεν συνέτρεχε περίπτωση εφαρμογής του άρθρου 138 παρ. 5 του Κώδικα. - Δέχεται την αίτηση και ακυρώνει.
112 Συμβούλιο της Επικρατείας (Δ΄ Τμήμα - 7μ.) 1669/2022: Αίτηση ακύρωσης πράξεων της ΡΑΕ περί του συστήματος δημοπρασιών ηλεκτρικής ενέργειας (ΝΟΜΕ - Nouvelle Organisation du Marché de l’Electricité). - Η θέσπιση κανονιστικής ρύθμισης δεν συνιστά εφαρμογή κανόνα δικαίου σε συγκεκριμένη ατομική περίπτωση, αλλά θέση γενικού και απρόσωπου κανόνα δικαίου και αποτελεί, κατά το ουσιαστικό της περιεχόμενο, νομοθέτηση. Ως εκ τούτου, δεν απαιτείται αιτιολογία. Η κανονιστική πράξη ελέγχεται μόνον από την άποψη της τήρησης των όρων της εξουσιοδοτικής διάταξης βάσει της οποίας εκδίδεται, καθώς και της τυχόν υπέρβασης των ορίων αυτής. Η αξιολόγηση των κριτηρίων άσκησης της κανονιστικής αρμοδιότητας, που προβλέπονται στην εξουσιοδοτική διάταξη ή συνάγονται από αυτήν, ανήκει στην ουσιαστική κρίση της διοίκησης, η οποία κατ’ αρχήν εκφεύγει του ακυρωτικού ελέγχου και ελέγχεται μόνον εάν προβάλλεται με συγκεκριμένους ισχυρισμούς ή εάν προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου ότι η συγκεκριμένη ρύθμιση θεσπίσθηκε κατά πρόδηλη παραγνώριση των κριτηρίων και των όρων της εξουσιοδοτικής διάταξης. - Στο Σύνταγμα κατοχυρώνεται η οικονομική ελευθερία, ειδικότερη εκδήλωση της οποίας αποτελεί η ελευθερία άσκησης εμπορίου και επιχειρηματικής δραστηριότητας εν γένει. Στην ελευθερία αυτή μπορεί ο νόμος να επιβάλλει περιορισμούς, οι οποίοι πρέπει να ορίζονται γενικώς, κατά τρόπο αντικειμενικό και να δικαιολογούνται από αποχρώντες λόγους δημοσίου ή κοινωνικού συμφέροντος, να τελούν δε σε συνάφεια προς το αντικείμενο και τον χαρακτήρα της ρυθμιζόμενης δραστηριότητας. Οι περιορισμοί αυτοί δεν επιτρέπεται να φθάνουν μέχρι του σημείου να καθίσταται αδύνατη ή υπερμέτρως δυσχερής η πραγματοποίηση των θεμιτών σκοπών της επιχειρηματικής δραστηριότητας, από τους οποίους εξαρτάται η επιβίωση της επιχείρησης ως οικονομικής μονάδας. Περαιτέρω, ενόψει της αρχής της αναλογικότητας, οι επιβαλλόμενοι από τον νόμο περιορισμοί πρέπει να είναι πρόσφοροι και αναγκαίοι για την επίτευξη του επιδιωκόμενου από τον νομοθέτη σκοπού δημοσίου ή κοινωνικού συμφέροντος και να μην είναι δυσανάλογοι σε σχέση με αυτόν. Κατά τον καθορισμό των σχετικών ρυθμίσεων, ο τυπικός ή κανονιστικός νομοθέτης διαθέτει ευρύ περιθώριο εκτίμησης ως προς την προσφορότητα και αναγκαιότητα ενός μέτρου και, συνεπώς, ο δικαστικός έλεγχος της τήρησης της αρχής της αναλογικότητας περιορίζεται στην κρίση εάν η θεσπιζόμενη ρύθμιση είτε είναι προδήλως απρόσφορη είτε υπερβαίνει προδήλως το απαραίτητο για την πραγματοποίηση του επιδιωκόμενου σκοπού μέτρο. - Με τις επίμαχες νομοθετικές και κανονιστικές, περιοριστικές της επιχειρηματικής ελευθερίας της ΔΕΗ ΑΕ, ρυθμίσεις επιδιώκεται η ενίσχυση του ανταγωνισμού που αναγορεύεται σε σκοπό δημοσίου συμφέροντος κατά την ενωσιακή και την εθνική έννομη τάξη. Εξάλλου, ναι μεν οι επιβαλλόμενοι διά νόμου ή κανονιστικώς περιορισμοί στην επιχειρηματική ελευθερία είναι κατά το Σύνταγμα θεμιτοί εφόσον ορίζονται γενικώς κατά τρόπο αντικειμενικό, δεν αποκλείεται, όμως, για τον λόγο αυτόν, η επιβολή περιορισμών σε μία και μόνον επιχείρηση ενόψει της θέσης που κατέχει στην αγορά, εφόσον συντρέχουν λόγοι δημοσίου συμφέροντος, όπως στην προκειμένη περίπτωση της επιβολής περιοριστικών ρυθμίσεων εις βάρος της αιτούσας εταιρείας της ΔΕΗ ΑΕ προς τον σκοπό της ενίσχυσης του ανταγωνισμού. Σε ειδικές περιπτώσεις και υπό την επιφύλαξη ότι δεν θίγονται συνταγματικές διατάξεις και αρχές ή άλλοι κανόνες υπερνομοθετικής ισχύος, και κυρίως η αρχή της ισότητας, είναι δυνατή η εισαγωγή με τυπικό νόμο ρύθμισης που αφορά ατομική περίπτωση. - Τόσο οι συνταγματικές διατάξεις περί της προστασίας της ιδιοκτησίας όσο και το άρθρο 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ περί της προστασίας της περιουσίας δεν απαγορεύουν τη λήψη μέτρων που αποβλέπουν στην εύρυθμη λειτουργία της αγοράς υπό συνθήκες υγιούς και αποτελεσματικού ανταγωνισμού, εφόσον οι σχετικές ρυθμίσεις είναι σύμφωνες με την αρχή της αναλογικότητας και κρίνονται επιβεβλημένες κατά την εκτίμηση του νομοθέτη και της οικείας ρυθμιστικής αρχής, οι οποίοι είναι και οι πλέον αρμόδιοι να αναλύσουν τα δεδομένα της οικείας αγοράς και να εκτιμήσουν ποια είναι τα αναγκαία και πρόσφορα μέτρα για την αποτελεσματική και εύρυθμη λειτουργία της, διαθέτοντας ευρύ περιθώριο εκτίμησης. Το επίμαχο μέτρο καθορισμού της τιμής εκκίνησης των προσφορών για τα δημοπρατούμενα από την αιτούσα εταιρεία ΔΕΗ ΑΕ προθεσμιακά προϊόντα ηλεκτρικής ενέργειας, με βάση τα μεταβλητά κόστη των λιγνιτικών και υδροηλεκτρικών μονάδων της, δεν παρίσταται ως προδήλως μη συναφές ή απρόσφορο για την επίτευξη του επιδιωκόμενου από τον νόμο σκοπού μέτρο ούτε περαιτέρω υπερβαίνει, και μάλιστα προδήλως, το απαραίτητο για την πραγματοποίηση του σκοπού αυτού μέτρο. - Τα εθνικά δικαστήρια μπορούν να επιλαμβάνονται διαφορών, οι οποίες τα υποχρεώνουν να ερμηνεύσουν και να εφαρμόσουν την έννοια της ενίσχυσης του άρθρου 107 παρ. 1 της ΣΛΕΕ, προκειμένου ιδίως να κρίνουν αν ένα κρατικό μέτρο, που ελήφθη χωρίς να τηρηθεί η διαδικασία προηγουμένου ελέγχου του άρθρου 108 παρ. 3 ΣΛΕΕ, έπρεπε να είχε υποβληθεί στη διαδικασία αυτή. Αντιθέτως, τα εθνικά δικαστήρια δεν είναι αρμόδια να αποφαίνονται επί του αν μια κρατική ενίσχυση συμβιβάζεται με την κοινή αγορά. Η κρίση αυτή εμπίπτει στην αποκλειστική αρμοδιότητα της κατά το άρθρο 17 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η οποία ασκείται υπό τον έλεγχο του δικαστή της Ένωσης. Ο χαρακτηρισμός ενός μέτρου ως ενίσχυσης κατά την έννοια της Συνθήκης προϋποθέτει ότι πληρούται το καθένα από τα τέσσερα σωρευτικά κριτήρια του άρθρου 107 παρ. 1 ΣΛΕΕ, ήτοι α) να πρόκειται για κρατική παρέμβαση ή για παρέμβαση μέσω κρατικών πόρων, β) η παρέμβαση αυτή πρέπει να μπορεί να επηρεάσει το εμπόριο μεταξύ των κρατών μελών, γ) η παρέμβαση πρέπει να παρέχει επιλεκτικό πλεονέκτημα υπέρ του δικαιούχου και δ) η παρέμβαση πρέπει να νοθεύει ή να απειλεί να νοθεύσει τον ανταγωνισμό. Στην προκειμένη περίπτωση κρίνεται ότι δεν καταλείπεται καμία εύλογη αμφιβολία ως προς το ότι ο επίδικος Μηχανισμός NOME δεν συνιστά κρατική ενίσχυση κατά το άρθρο 107 παρ. 1 της ΣΛΕΕ και επομένως δεν συντρέχει λόγος υποβολής σχετικού προδικαστικού ερωτήματος στο ΔΕΕ. - Απορρίπτει την αίτηση.
122 Συμβούλιο της Επικρατείας (Β΄ Τμήμα) 1953/2022: Αίτηση αναίρεσης της 5978/2014 απόφασης του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών. - Το κατά το άρθρο 25 παρ. 12 του ν. 1828/1989 ενιαίο τέλος καθαριότητας και φωτισμού έχει ανταποδοτικό και όχι φορολογικό χαρακτήρα και επιβάλλεται για παρεχόμενες από τους δήμους υπηρεσίες. Δεν νοείται επιβολή του τέλους στους ίδιους τους κοινοχρήστους χώρους, στην εξασφάλιση της καθαριότητας και του φωτισμού των οποίων αποβλέπει. Ως χρήση ακινήτου, η οποία επάγεται υποχρέωση καταβολής του εν λόγω τέλους, νοείται η χρήση των ιδιωτικών ακινήτων, τα οποία εξυπηρετούνται από τις παρεχόμενες από τους δήμους ως άνω υπηρεσίες καθαριότητας και φωτισμού των κοινοχρήστων χώρων και δεν περιλαμβάνεται σε αυτήν η χρήση των κοινοχρήστων χώρων, είτε πρόκειται για τη συνήθη χρήση είτε για ειδική ή αυξημένη χρήση αυτών, εκτός αν αυτή ασκείται κατά τρόπον προσομοιάζοντα προς τη συνήθη χρήση ή εκμετάλλευση ιδιωτικών ακινήτων. Επομένως, τέλος καθαριότητας και φωτισμού νομίμως επιβάλλεται για το καταλαμβάνον ιδιωτικά ακίνητα δίκτυο της ΔΕΗ, είτε ιδιοκτησίας της ΔΕΗ είτε μισθωμένα από τρίτους. - Απορρίπτει την αίτηση.
123 Συμβούλιο της Επικρατείας (Β΄ Τμήμα) 1955/2022: Αίτηση αναίρεσης της 684/2016 απόφασης του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών. - Το κατά το άρθρο 25 παρ. 12 του ν. 1828/1989 ενιαίο τέλος καθαριότητας και φωτισμού έχει ανταποδοτικό και όχι φορολογικό χαρακτήρα και επιβάλλεται για παρεχόμενες από τους δήμους υπηρεσίες. Δεν νοείται επιβολή του τέλους στους ίδιους τους κοινοχρήστους χώρους, στην εξασφάλιση της καθαριότητας και του φωτισμού των οποίων αποβλέπει. Ως χρήση ακινήτου, η οποία επάγεται υποχρέωση καταβολής του εν λόγω τέλους, νοείται η χρήση των ιδιωτικών ακινήτων, τα οποία εξυπηρετούνται από τις παρεχόμενες από τους δήμους ως άνω υπηρεσίες καθαριότητας και φωτισμού των κοινοχρήστων χώρων και δεν περιλαμβάνεται σε αυτήν η χρήση των κοινοχρήστων χώρων, είτε πρόκειται για τη συνήθη χρήση είτε για ειδική ή αυξημένη χρήση αυτών, εκτός αν αυτή ασκείται κατά τρόπον προσομοιάζοντα προς τη συνήθη χρήση ή εκμετάλλευση ιδιωτικών ακινήτων. Επομένως, τέλος καθαριότητας και φωτισμού δεν μπορεί να επιβληθεί για το καταλαμβάνον κοινοχρήστους χώρους εναέριο και υπόγειο δίκτυο της ΔΕΗ, στο οποίο περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, οι υπόγειοι υποσταθμοί, στους οποίους είναι εγκατεστημένος ηλεκτρολογικός εξοπλισμός για τη μετατροπή και στη συνέχεια τη διανομή ηλεκτρικής ενέργειας στους κατοίκους του οικείου δήμου, διότι η χρήση αυτή δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι προσομοιάζει προς τη συνήθη ή επαγγελματική χρήση ιδιωτικού ακινήτου. - Απορρίπτει την αίτηση.
126 Συμβούλιο της Επικρατείας (Ε΄ Τμήμα) 2419/2022: Αίτηση ακύρωσης κατά ΑΕΠΟ ηλιοθερμικού σταθμού παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας. - Σε περίπτωση που προϋφιστάμενα του Ειδικού Πλαισίου για τις ΑΠΕ περιφερειακά χωροταξικά και πολεοδομικά σχέδια έρχονται σε αντίθεση προς το περιεχόμενο του Ειδικού Πλαισίου, υπερισχύουν οι κατευθύνσεις και ρυθμίσεις, οι οποίες εισάγονται με το τελευταίο, προς τις οποίες πρέπει να εναρμονιστούν τα εν λόγω σχέδια τροποποιούμενα αναλόγως, λαμβάνοντας υπ' όψιν και το γεγονός ότι το Ειδικό Πλαίσιο είναι μεταγενέστερο και αφορά ειδικώς τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Σε κάθε περίπτωση, παρέχεται η δυνατότητα χωροθέτησης έργων ΑΠΕ με άμεση εφαρμογή του ως άνω Ειδικού Πλαισίου και πριν την εναρμόνιση προς αυτό προϋφιστάμενων χωροταξικών και πολεοδομικών σχεδίων. Οι κανόνες αυτοί, άλλωστε, αποδίδουν, στην ειδική περίπτωση των εγκαταστάσεων ΑΠΕ, τους κανόνες ιεράρχησης των επιπέδων χωροταξικού σχεδιασμού, τους οποίους παγίως και διαχρονικώς θεσπίζει ο νομοθέτης, προβλέποντας, ειδικώς ως προς τα Περιφερειακά Πλαίσια, ότι αυτά είναι υποτελή έναντι των Ειδικών Πλαισίων γενικώς. - Στις εγκαταστάσεις εκμετάλλευσης ηλιακής ενέργειας για την παραγωγή ηλεκτρικής περιλαμβάνονται τόσο οι ηλιοθερμικοί όσο και οι φωτοβολταϊκοί σταθμοί, που διαφέρουν μόνο ως προς τη διαδικασία μετατροπής της ηλιακής ενέργειας σε ηλεκτρική, αφού μόνο στους ηλιοθερμικούς σταθμούς υπάρχει το ενδιάμεσο στάδιο της μετατροπής της ηλιακής ενέργειας σε θερμική, από την οποία παράγεται στη συνέχεια η ηλεκτρική ενέργεια. Συνεπώς, και οι ηλιοθερμικοί σταθμοί εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του Ειδικού Πλαισίου για τις ΑΠΕ, έστω και εάν δεν κατονομάζονται ρητά στις διατάξεις του, οι οποίες αναφέρονται γενικά σε εγκαταστάσεις εκμετάλλευσης της ηλιακής ενέργειας, ενώ ως προς ορισμένα ζητήματα έχουν ειδική ρύθμιση για τους φωτοβολταϊκούς σταθμούς. - Ανεξαρτήτως, αν η επίδικη δραστηριότητα εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας Seveso II, οπότε ο ασκών την εκμετάλλευση θα έπρεπε πράγματι να τηρήσει τη διαδικασία που ορίζεται στην ΚΥΑ 12044/613/07/19.3.2007 (Β΄ 376, όπως διορθώθηκε με το ΦΕΚ Β΄ 2259) με την οποία η ως άνω οδηγία μεταφέρθηκε στην εσωτερική έννομη τάξη, η διαδικασία αυτή αρκεί να προηγείται της άδειας εγκατάστασης, χωρίς να συνδέεται αναγκαίως με τη συντασσόμενη κατά την εν γένει περιβαλλοντική νομοθεσία μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων. - Απορρίπτει την αίτηση.
135 Συμβούλιο της Επικρατείας (Ε΄ Τμήμα) 2466/2022: Αίτηση εν μέρει ακύρωσης ΑΕΠΟ γραμμής μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας. - Συνάγεται σε βάρος του αιτούντος τεκμήριο πλήρους γνώσης της προσβαλλομένης σε χρόνο προγενέστερο του εξηκονθημέρου που προηγήθηκε της κατάθεσης της αίτησής του, επειδή αφ' ενός φαίνεται ότι γνώριζε βασικά στοιχεία του έργου και της επιρροής αυτού επί του λατομείου του, λόγω και της παρόδου μακρού χρόνου, μεγαλύτερου των 5,5 ετών περίπου, από την έκδοση της προσβαλλόμενης ΑΕΠΟ έως την άσκηση της ένδικης αίτησης, και αφ' ετέρου του ευλόγου ενδιαφέροντός του, καθώς δραστηριοποιείται επαγγελματικά στην περιοχή διέλευσης της γραμμής μεταφοράς. - Η αίτηση καθ’ ο μέρος αφορά τη σιωπηρή απόρριψη του υποβληθέντος αιτήματος του αιτούντος για την ανάκληση της ΑΕΠΟ πρέπει ν’ απορριφθεί ως απαραδέκτως ασκηθείσα προώρως, ήτοι πριν από την πάροδο τριμήνου από την υποβολή του, δοθέντος ότι η πάροδος του τριμήνου αποτελεί κατά τον νόμο αναγκαία διαδικαστική προϋπόθεση για το παραδεκτό της αίτησης ακύρωσης, παρέπεται δε εξ αυτού ότι απαραδέκτως ασκείται αίτηση ακύρωσης κατά παράλειψης πριν από την πάροδο τριμήνου και είναι, κατ’ αρχήν, απορριπτέα για τον λόγο αυτόν, άνευ ετέρου, έστω δηλαδή και αν, κατά τον χρόνο της συζήτησης έχει παρέλθει το τρίμηνο. - Απορρίπτει την αίτηση.
138 Διοικητικό Εφετείο Αθηνών (Ι΄ Τμήμα) 2137/2022: Αίτηση ακύρωσης της απόρριψης από τη ΡΑΕ αιτήματος παράτασης της ισχύος κατεχομένης αδείας παραγωγής. - Η απόρριψη του αιτήματος εχώρησε με την αιτιολογία ότι αυτό υπεβλήθη από την αιτούσα το πρώτον με την αίτηση αναθεώρησης εκπροθέσμως, ήτοι μετά την πάροδο τριμήνου από τη λήξη ισχύος της, και ότι η αδειοδοτική εξέλιξη του έργου δεν ήρε την υποχρέωση περί εμπροθέσμου υποβολής του. - Η λήξη της ισχύος της άδειας επήλθε υποχρεωτικώς εκ του νόμου. - Απορρίπτει την αίτηση.
141 Διοικητικό Εφετείο Αθηνών (Ι΄ Τμήμα) 2364/2022: Αίτηση ακύρωσης κατά πράξης της ΡΑΕ περί χορήγησης βεβαίωσης παραγωγού ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ. - Η βεβαίωση παραγωγού ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ υπό το καθεστώς του ν. 4727/2020 χορηγείται εφόσον, μεταξύ άλλων, πληρούνται οι προβλέψεις του Ειδικού Πλαισίου Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης για τις ΑΠΕ σχετικώς με τις περιοχές αποκλεισμού χωροθέτησης εγκαταστάσεων ΑΠΕ. Ο έλεγχος για το αν η χωροθέτηση λαμβάνει χώρα κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρου 6 παρ. 5 και του Παραρτήματος ΙΙ του ιδίου Ειδικού Πλαισίου, με τις οποίες ορίζονται ελάχιστες αποστάσεις (ζώνες ασυμβατότητας) των αιολικών εγκαταστάσεων από ορισμένες γειτνιάζουσες χρήσεις γης, δραστηριότητες και δίκτυα τεχνικής υποδομής, αποτελεί αντικείμενο της διαδικασίας περιβαλλοντικής αδειοδότησης, κατά την οποία εξειδικεύονται τα γενικά κριτήρια χωροθέτησης που καθορίζονται με το αυτό Ειδικό Πλαίσιο. - Απορρίπτεται η αίτηση ακύρωσης.
147 Διοικητικό Εφετείο Αθηνών (Ι΄ Τμήμα) 270/2023: Αίτηση ακύρωσης κατά πράξης της ΡΑΕ περί χορήγησης άδειας παραγωγής σε έκταση επί της νήσου Αμοργού. - Η προστασία του περιβάλλοντος δεν περιλαμβάνεται στα κριτήρια που πρέπει να εξετάσει η ΡΑΕ ώστε να χορηγήσει την άδεια παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ, αλλά, κατά το στάδιο αυτό, δύναται να εξετάσει μόνο τη συμβατότητα του έργου με τις διατάξεις που αφορούν στις ζώνες αποκλεισμού χωροθέτησης εγκαταστάσεων ΑΠΕ, εφόσον οι περιοχές αυτές έχουν οριοθετηθεί με απόφαση της αρμόδιας αρχής κατά τρόπο ειδικό και συγκεκριμένο και έχουν περιέλθει σε γνώση της αρμόδιας Αρχής, καθώς και όσον αφορά στις διατάξεις για τον έλεγχο της φέρουσας ικανότητας του ΟΤΑ για την εγκατάσταση των σταθμών. Τυχόν περιβαλλοντικές επιπτώσεις εξετάζονται στο στάδιο της έκδοσης της απόφασης έγκρισης περιβαλλοντικών όρων που έπεται του σταδίου της χορήγησης της άδειας παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας. - Το ότι η νήσος Αμοργός διέπεται από το π.δ. 10/17.5.2002, με το οποίο χαρακτηρίστηκε ως περιοχή που έχει ανάγκη από ιδιαίτερη προστασία και για τον λόγο αυτό καθορίστηκαν περιορισμοί και ειδικοί όροι δόμησης στις εκτός σχεδίου και εκτός οικισμών αυτής, δεν αποκλείει σύμφωνα με τον νόμο τη χορήγηση άδειας παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας. - Η ακαθάριστη τελική κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ, προκειμένου να επιτευχθούν οι εθνικοί στόχοι για την προαγωγή της ηλεκτρικής ενέργειας από τις ως άνω πηγές στην εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, υπολογίζεται ως η ποσότητα ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται από τις πηγές αυτές σε όλη τη χώρα και όχι σε ορισμένη περιοχή, όπως η νήσος Αμοργός. - Η ΡΑΕ αξιολογεί την ασφάλεια των εγκαταστάσεων και του εξοπλισμού των Ηλεκτρικού Δικτύου από τη λειτουργία του συγκεκριμένου έργου και όχι την ασφάλεια των εγκαταστάσεων και του εξοπλισμού του συγκεκριμένου έργου που αφορά η άδεια παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος. - Απορρίπτεται η αίτηση ακύρωσης.
156 Άρειος Πάγος (Α1 Τμήμα) 560/2022: Αίτηση αναίρεσης κατά της 952/2018 απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών που έκρινε επί έφεσης κατά πρωτόδικης απόφασης επί αγωγής παραγωγού κατά του ΑΔΜΗΕ. - Μόνοι συμβαλλόμενοι στις συμβάσεις αγοραπωλησίας της ηλεκτρικής ενέργειας είναι οι παραγωγοί, οι οποίοι είναι πωλητές, και οι προμηθευτές, οι οποίοι είναι οι αγοραστές αυτής. Αυτοί δεν συνάπτουν μεταξύ τους διμερείς συμβάσεις πώλησης της παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας, αλλά με τον ΑΔΜΗΕ, τον Διαχειριστή του Συστήματος. Ο ΑΔΜΗΕ κατά τη διαδικασία της έγχυσης της ηλεκτρικής ενέργειας από τον παραγωγό στο Σύστημα και της εν συνεχεία απορρόφησης αυτής από τον προμηθευτή, δεν είναι αγοραστής της ηλεκτρικής ενέργειας από τον παραγωγό, ούτε πωλητής αυτής προς τον προμηθευτή, αλλά τοποθετείται ως ενδιάμεσος φορέας μεταξύ των αντισυμβαλλόμενων. - Η κρίση δικαστηρίου ότι μία αγωγή με την οποία προβάλλονται ορισμένες αξιώσεις είναι μη νόμιμη δεν συνιστά από μόνη της παραβίαση των ανωτέρας τυπικής ισχύος διατάξεων του Συντάγματος και της ΕΣΔΑ, με τις οποίες προστατεύονται τα περιουσιακά δικαιώματα. - Απορρίπτει την αίτηση. Σχόλιο: Χριστίνα Ζάτκα
165 Άρειος Πάγος (Α1 Τμήμα) 2043/2022: Αίτηση του τέως ΛΑΓΗΕ ΑΕ και ήδη ΔΑΠΕΕΠ ΑΕ κατά παραγωγού ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ για την αναίρεση της 3037/2021 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, η οποία εξεδόθη μετά από αγωγή του αναιρεσιβλήτου κατά της αναιρεσείουσας για την καταβολή τόκων υπερημερίας, λόγω καθυστερημένης εξόφλησής του απ' αυτήν. - Η σύμβαση των διαδίκων είναι ιδιωτική και αρμόδια δικαστήρια για την επίλυση των διαφορών που προκύπτουν απ' αυτήν είναι τα πολιτικά δικαστήρια. - Εάν βάσει της ιδιαίτερης ενοχικής σχέσης μεταξύ δανειστή και οφειλέτη, και ειδικότερα βάσει νομοθετικών προβλέψεων ή προβλέψεων της μεταξύ τους σύμβασης και της τυχόν ιδιάζουσας φύσεως αυτής, υφίσταται δέσμευση του οφειλέτη να αντλήσει την οφειλόμενη παροχή αποκλειστικά από συγκεκριμένη μη καλυπτόμενη από εκείνον πηγή, που τροφοδοτείται από άλλους φορείς, όπως συμβαίνει όταν ο οφειλέτης λειτουργεί υποχρεωτικά ως εκκαθαριστής ή ενδιάμεσος φορέας, που δεν αναλαμβάνει υποχρέωση κάλυψης της οφειλής εξ ιδίων του, και η συγκεκριμένη πηγή παρουσιάσει έστω και παροδικό έλλειμμα που καθιστά ανέφικτη την έγκαιρη εκπλήρωση της παροχής, η καθυστέρηση πληρωμής της χρηματικής οφειλής οφείλεται σε γεγονός για το οποίο δεν έχει ευθύνη και δεν τον καθιστά υπερήμερο. - Η αναιρεσιβαλλόμενη δεχόμενη ότι το τίμημα για την παραγόμενη ενέργεια από τους Παραγωγούς ΑΠΕ καταβαλλόταν αποκλειστικά μέσω του Ειδικού Λογαριασμού ΑΠΕ, του οποίου διαχειρίστρια ήταν η αναιρεσείουσα τέως ΛΑΓΗΕ ΑΕ και ήδη ΔΑΠΕΕΠ ΑΕ και ο οποίος ήταν το μόνο μέσο διενέργειας και εξασφάλισης της πληρωμής των οφειλομένων, και απορρίπτοντας ως μη νόμιμη τη στηριζόμενη στο άρθρο 342 ΑΚ ένσταση της αναιρεσείουσας περί μη ευθύνης της για την καθυστέρηση της πληρωμής, επειδή ο συγκεκριμένος λογαριασμός άρχισε από τα τέλη του 2011 να εμφανίζει συνεχώς διογκούμενο έλλειμμα, εξαιτίας της μείωσης της κατανάλωσης ηλεκτρικού ρεύματος λόγω της οικονομικής κρίσης και της μείωσης των εσόδων από την πώληση της ηλεκτρικής ενέργειας, με αποτέλεσμα να μην είναι δυνατή γι’ αυτόν τον λόγο η εμπρόθεσμη εξόφληση των επίδικων τιμολογίων του αναιρεσιβλήτου, παραβίασε ευθέως το άρθρο 342 ΑΚ. - Δέχεται εν μέρει, αναιρεί και παραπέμπει. Σχόλιο: Xάρης Συνοδινός
171 Άρειος Πάγος (Α2 Τμήμα) 132/2023: Αίτηση αναίρεσης της 319/2020 απόφασης του Μονομελούς Εφετείου Λάρισας επί υπόθεσης ρευματοκλοπής. - Απουσία νομίμως κλητευθέντος αναιρεσιβλήτου. - Μετά τις 20.1.2017, οπότε δημοσιεύθηκε στην ΕτΚ η 395/2016 απόφαση της ΡΑΕ περί έγκρισης του Κώδικα Διαχείρισης του Ελληνικού Δικτύου Διανομής Ηλεκτρικής Ενέργειας, η ΔΕΔΔΗΕ καθίσταται το πρώτον αρμόδια για την είσπραξη του συνόλου των κονδυλίων που αντιπροσωπεύουν την αξία της ηλεκτρικής ενέργειας που δεν καταγράφηκε λόγω ρευματοκλοπής. Πριν το χρονικό αυτό σημείο, η αρμοδιότητα αυτή ανήκει στον προμηθευτή. - Δέχεται, αναιρεί και παραπέμπει.
173 Πολυμελές Πρωτοδικείο Κοζάνης 4/2023: Αγωγή για την αναγνώριση ακυρότητας σύμβασης μίσθωσης που υπογράφηκε μεταξύ του ενάγοντος ως ιδιοκτήτη μίσθιου ακινήτου και της ΔΕΗ για την εγκατάσταση και λειτουργία υποσταθμού διανομής ηλεκτρικής ενέργειας ως αντικείμενη στη διάταξη του άρθρου 12 παρ. 4 του ν. 4483/1965. - Ανεξαρτήτως αν η εγκατάσταση υποσταθμού διανομής ηλεκτρικής ενέργειας σε κάποιο ακίνητο που βλάπτεται από αυτήν γίνεται κατόπιν καταβολής αποζημίωσης, σύμφωνα με τις διατάξεις περί αναγκαστικής απαλλοτρίωσης ή κατόπιν εκμίσθωσης του χώρου αυτού από τον ιδιοκτήτη προς τη ΔΕΗ, επέρχεται αναγκαστική δέσμευση της χρήσης του χώρου αυτού και ως μισθίου τόσο για την εγκατάσταση, όσο και για τη συνέχιση της λειτουργίας του υποσταθμού διανομής ηλεκτρικής ενέργειας. Η δέσμευση αυτή, η οποία εξακολουθεί να υφίσταται για όσο χρόνο κρίνεται αναγκαία η λειτουργία του υποσταθμού, συνιστά νόμιμο περιορισμό της κυριότητας, ο οποίος δεν αντίκειται στο Σύνταγμα και την ΕΣΔΑ, επιβάλλεται δε χάριν του γενικού συμφέροντος, συνιστάμενου στον εξηλεκτρισμό των πόλεων. Αν ο ιδιοκτήτης, αντί της αποζημίωσης δέχθηκε να εκμισθώσει το ακίνητό του στη ΔΕΗ προς εγκατάσταση σ' αυτό υποσταθμού δεν προστατεύεται από τις περί απόδοσης του μισθίου ισχύουσες εκάστοτε διατάξεις, διατηρεί όμως το δικαίωμα να ζητήσει, σε περίπτωση διαφωνίας με τη ΔΕΗ, τον δικαστικό προσδιορισμό του μισθώματος. - Απόσχιση μετά τον ν. 4001/2011 του κλάδου Διανομής της ΔΕΗ από την ανώνυμη εταιρία «ΔΕΔΔΗΕ ΑΕ». Από την καταχώριση της απόσχισης αυτής, η ΔΕΔΔΗΕ ΑΕ υποκαθίσταται αυτοδικαίως και ταυτόχρονα, χωρίς άλλη διατύπωση, σε όλα τα δικαιώματα και υποχρεώσεις της ΔΕΗ, σχετικά με το ΕΔΔΗΕ. Οι εκκρεμείς δίκες συνεχίζονται αυτοδικαίως από την απορροφούσα εταιρεία, ή κατ' αυτής, χωρίς καμιά ειδικότερη διατύπωση από μέρους της για τη συνέχιση και χωρίς να επέρχεται, λόγω εισφοράς του κλάδου αυτού στη ΔΕΔΔΗΕ, βίαιη διακοπή της δίκης και χωρίς να απαιτείται δήλωση επανάληψής τους, ενώ η διάταξη του άρθρου 479 του ΑΚ δεν εφαρμόζεται. - Απορρίπτει την αγωγή.
178 Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών 67/2023 (Διαδικασία εκούσιας δικαιοδοσίας): Συλλογική αγωγή του άρθρου 10 παρ. 16 περ. α΄ του ν. 2251/1994 ενώσεων καταναλωτών κατά της ΔΕΗ ΑΕ, δεσπόζουσας προμηθεύτριας ηλεκτρικής ενέργειας, και πρόσθετες παρεμβάσεις υπέρ αυτών από νπδδ, νπιδ και φυσικό πρόσωπο για τα κυμαινόμενα τιμολόγιά της και τις ρήτρες αναπροσαρμογής που αυτά περιέχουν. - Η συλλογική αγωγή του άρθρου 10 παρ. 16 περ. α΄ του ν. 2251/1994, η οποία δικάζεται με τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας, έχει ως αντικείμενο όχι τη διάγνωση ιδιωτικού δικαιώματος, έννομης σχέσης ή ζητήματος αμφισβητούμενου μεταξύ ορισμένων υποκειμένων ως φορέων του, αλλά την αυθεντική βεβαίωση νομικού γεγονότος ή τη διάπλαση κατάστασης και από την απόφαση που εκδίδεται σε μια τέτοια δίκη, που δέχεται τη συλλογική αγωγή, παράγεται μία ιδιότυπη δεσμευτικότητα έναντι πάντων. - Τα κριτήρια δικαστικού ελέγχου που εφαρμόζονται στο πλαίσιο της παροχής συλλογικής ή της ατομικής ένδικης προστασίας διαφοροποιούνται ουσιωδώς. Στην πρώτη, παρέχεται στο δικαστήριο η δυνατότητα ενός αντικειμενικού ελέγχου, αφηρημένου (in abstracto) της νομιμότητας της συμπεριφοράς του προμηθευτή, ανεξάρτητα από την ύπαρξη οιασδήποτε συμβατικής σχέσης, ο δε έλεγχος έγκειται στην παράβαση βασικών γενικών δικαιϊκών αρχών είτε στο πλαίσιο απροσδιορίστου αριθμού ήδη καταρτισμένων συμβάσεων, είτε διότι διενεργείται για το μέλλον (ex ante), στη βάση απλής διακινδύνευσης του γενικού καταναλωτικού συμφέροντος από τη φερόμενη ως παράνομη ή καταχρηστική συμπεριφορά του προμηθευτή. Τα κριτήρια ελέγχου της καταχρηστικότητας του όρου είναι αυστηρότερα σε βάρος του προμηθευτή από τα αντίστοιχα κριτήρια που εφαρμόζονται στη δίκη επί ατομικής αγωγής. Τούτο διότι το κύρος ενός ΓΟΣ δεν κρίνεται με βάση τις συντρέχουσες περιστάσεις της εκάστοτε ατομικής σύμβασης, που συνομολογήθηκε στον χρόνο πριν από την άσκηση της (ατομικής) αγωγής, δηλαδή στο παρελθόν, αλλά αντιθέτως κρίνεται με βάση την αφηρημένη επικινδυνότητα του όρου για τον χρόνο που ακολουθεί του χρόνου άσκησης της (συλλογικής) αγωγής. Αντίθετα, στο πλαίσιο της ατομικής ένδικης προστασίας ο έλεγχος είναι υποκειμενικός και προσανατολισμένος στα δεδομένα υφιστάμενης συμβατικής σχέσης, ήτοι συγκεκριμένος (in concreto) και διενεργείται εκ των υστέρων, αφού έχει διαταραχθεί ο υφιστάμενος συμβατικός δεσμός προμηθευτή και καταναλωτή. Εξετάζονται τόσο η συγκεκριμένη βλάβη, που προκλήθηκε ή δύναται να προκληθεί στα συμφέροντα του καταναλωτή, όσο και οι ειδικές συνθήκες, που οδήγησαν στη σύναψη συγκεκριμένης σύμβασης εκ μέρους του καταναλωτή. - Έννομο συμφέρον για την άσκηση πρόσθετης παρέμβασης. Ο προσθέτως παρεμβαίνων προσέρχεται στη δίκη όχι για να ζητήσει δικαστική προστασία έναντι των αρχικών διαδίκων, αλλά για να υποστηρίξει έναν από τους δύο. Δικαιολογείται έννομο συμφέρον του, όταν με την πρόσθετη παρέμβαση μπορεί να προστατευθεί δικαίωμά του ή να αποτραπεί η δημιουργία νομικής υποχρέωσης σε βάρος του. Δεν αρκεί το γεγονός ότι σε εκκρεμή δίκη μεταξύ άλλων πρόκειται να λυθεί νομικό ζήτημα που θα ωφελήσει ή θα βλάψει τον προσθέτως παρεμβαίνοντα, επειδή υπάρχει ή πρόκειται να προκύψει σε άλλη δίκη μεταξύ αυτού και κάποιου από τους διαδίκους ή τρίτου συναφής διαφορά, αλλά απαιτείται η έκβαση της δίκης στην οποία παρεμβαίνει να θίγει από την άποψη του πραγματικού και του νομικού ζητήματος τα έννομα συμφέροντά του. - Η αρχή της διαφάνειας των συμβατικών όρων που χωρίς διαπραγμάτευση εντάσσονται στη σύμβαση μεταξύ επαγγελματία και καταναλωτή αποτελεί εκδήλωση του προτύπου πληροφόρησης, που ενισχύει την προσωπική ευθύνη του καταναλωτή για τη συμβατική επιλογή του με την παροχή σε αυτόν προστασίας εμφανιζόμενης υπό τη μορφή της εξασφάλισης ενός επιπέδου πληροφόρησης, το οποίο θα καθιστά τον ίδιο υπεύθυνο φορέα λήψης αποφάσεων εντός μιας αγοράς όπου λειτουργούν οι κανόνες του ανταγωνισμού. Το συγκεκριμένο πρότυπο πληροφόρησης έχει ως αποδέκτη τον μέσο καταναλωτή, ο οποίος έχει τη συνήθη πληροφόρηση και είναι ευλόγως προσεκτικός και ενημερωμένος. Η αρχή της διαφάνειας αναλύεται στην αρχή της σαφούς και κατανοητής διατύπωσης, στην αρχή του ορισμένου ή οριστού περιεχομένου και στην αρχή της προβλεψιμότητας της χρήσης των όρων που ταυτίζεται με τον αποκλεισμό απροσδόκητων, αιφνιδιαστικών ή παραπλανητικών ρητρών. - Οι ρήτρες αναπροσαρμογής χρεώσεων προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας δεν υπόκεινται σε ευθύ έλεγχο καταχρηστικότητας, αλλά μόνο σε έλεγχο διαφάνειας. Αυτές πρέπει να εκθέτουν κατά τρόπο διαφανή την αιτία και τη μέθοδο μεταβολής του κόστους του ηλεκτρικού ρεύματος, ώστε ο καταναλωτής να μπορεί να ελέγχει τη μεταβολή της τιμής με βάση σαφή, αντικειμενικά και επαληθεύσιμα κριτήρια. Συγχρόνως, τα τελευταία πρέπει να είναι εύλογα, με την έννοια ότι αφορούν παράγοντες που συνδέονται με τη μεταβολή του κόστους του ρεύματος για τον προμηθευτή. Τέτοια κριτήρια μπορούν πράγματι να είναι αυτά που αντανακλούν τις τιμές της χονδρεμπορικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας ή εκκαθάρισης των συναλλαγών στο Χρηματιστήριο Ενέργειας, συμπεριλαμβανομένων και δεικτών που θα μπορούσαν να αξιοποιούν, στηριζόμενες σε τυποποιημένες μεθόδους, τιμές και από τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης. Η αναπροσαρμογή της τιμής ρεύματος πρέπει να συνδέεται, πάντως, με παράγοντες κόστους, οι οποίοι είναι προσβάσιμοι και ελεγχόμενοι από τον καταναλωτή. Προκειμένου να διευκολύνεται ο καταναλωτής στον έλεγχο της αναπροσαρμογής πρέπει να ενημερώνεται για τον τρόπο, με τον οποίο θα έχει πρόσβαση στο κριτήριο αναφοράς, με παραπομπή πλέον στην αντίστοιχη ηλεκτρονική διεύθυνση. Η ρήτρα πρέπει να περιγράφει τον μηχανισμό, στον οποίο στηρίζεται η αναπροσαρμογή και να ενημερώνει τον καταναλωτή για τις οικονομικές συνέπειες που συνεπάγεται η εφαρμογή τους. Προκειμένου να είναι σε θέση ο καταναλωτής να εκτιμά βάσει ακριβών και επαληθεύσιμων κριτηρίων τις συνέπειες που έχει ο όρος πρέπει να δίνονται πληροφορίες με βάση παραδείγματα εφαρμογής ή και πρότυπα υπολογισμού. Με αυτόν τον τρόπο, θα μπορεί να είναι σε θέση ο καταναλωτής να κατανοήσει και να διαπεράσει τις αφηρημένα κατονομαζόμενες προϋποθέσεις και να γίνουν προβλέψιμες οι συνέπειες από την εφαρμογή της ρήτρας. Με τη σύμβαση πρέπει να διασφαλίζεται ότι θα λαμβάνει ενημέρωση που θα του επιτρέπει να παρακολουθεί, να ελέγχει και να επιβεβαιώνει τις συνέπειες της ρήτρας. - Με την απόφασή της 409/2020, η ΡΑΕ εισήγαγε προς τον σκοπό της διαφάνειας, της επαληθευσιμότητας αλλά και της συγκρισιμότητας, έναν μαθηματικό τύπο για τον προσδιορισμό της αναπροσαρμογής του κόστους χρέωσης στα κυμαινόμενα τιμολόγια των προμηθευτών. - Η αρχή της κοστοστρέφειας επιβάλλει η τιμή της προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας να διαμορφώνεται κατά τρόπο ώστε να επιτυγχάνεται η ανάκτηση του πραγματικού κόστους της προσφερόμενης υπηρεσίας, ώστε να διασφαλιστεί μακροπρόθεσμα η δυνατότητα παροχής της εν λόγω υπηρεσίας. - Η εναγομένη δεν επενέβη αυθαιρέτως σε εκκρεμείς έννομες σχέσεις αλλά άσκησε δικαίωμα, το οποίο είχε συμφωνηθεί με έκαστο πελάτη κατά τη σύναψη των συμβάσεων προμήθειας, να αναπροσαρμόζει τα τιμολόγιά της. Επίσης, η εναγομένη δεν υιοθέτησε μεν αυτούσιο τον τύπο της ΡΑΕ αλλά ενεργώντας εντός της χορηγηθείσας δυνάμει της απόφασης 409/2020 ΡΑΕ ευχέρειας, εφάρμοσε νομίμως έναν άλλον, ισοδύναμο τύπο. - Ο μέσος ενημερωμένος και προσεκτικός καταναλωτής αναμένει ευλόγως αναθεωρήσεις των τιμών ηλεκτρικής ενέργειας, ιδίως σε μακροχρόνιες συμβάσεις, δεδομένου ότι το αγαθό της ηλεκτρικής ενέργειας είναι ευεπίφορο στις αλλαγές τιμών λόγω πολλών γεωπολιτικών γεγονότων και απρόβλεπτων εξελίξεων. Κατά τον χρόνο εισαγωγής της ρήτρας αναπροσαρμογής εκ μέρους της εναγομένης, ο καταναλωτής είχε στη διάθεσή του όλες τις ουσιώδεις πληροφορίες που απαιτούνται για να λάβει μια τεκμηριωμένη απόφαση συναλλαγής. - Απορρίπτει την αγωγή.
• Ενωσιακή
205 Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (τρίτο τμήμα) απόφαση της 24ης Φεβρουαρίου 2022 στην υπόθεση C‑290/20 [«Latvijas Gāze» AS παρισταμένων των Latvijas Republikas Saeima, Sabiedrisko pakalpojumu regulēšanas komisija (Ρυθμιστική Επιτροπή Δημοσίων Υπηρεσιών, Λετονία)]: Αίτηση προδικαστικής απόφασης για την ερμηνεία του άρθρου 2, σημείου 3, του άρθρου 23 και του άρθρου 32, παράγραφος 1, της οδηγίας 2009/73/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά φυσικού αερίου και την κατάργηση της οδηγίας 2003/55/ΕΚ (ΕΕ 2009, L 211, σ. 94). - Το άρθρο 20 της οδηγίας 2003/54 έχει την έννοια ότι δεν διευκρινίζει τις υποχρεώσεις που επιβάλλονται στα κράτη μέλη σχετικά με τη σύνδεση των πελατών στα δίκτυα ηλεκτρικής ενέργειας, αλλά μόνον τις υποχρεώσεις των κρατών μελών όσον αφορά την πρόσβαση στα εν λόγω δίκτυα. - Από τη νομοθεσία της Ένωσης προκύπτει ότι η εσωτερική αγορά φυσικού αερίου είναι οργανωμένη κατά τρόπο παρόμοιο με την αγορά ηλεκτρικής ενέργειας. Επομένως, η έννοια της «πρόσβασης» στο σύστημα αφορά την προμήθεια με φυσικό αέριο, περιλαμβάνοντας ιδίως την ποιότητα, την τακτική παροχή και το κόστος της υπηρεσίας, και χρησιμοποιείται συχνά στο πλαίσιο της εξασφάλισης τιμολογίων άνευ διακρίσεων. Άρα ως πρόσβαση στο δίκτυο νοείται, κατ’ ουσίαν, το δικαίωμα χρήσης του δικτύου φυσικού αερίου. Αντιθέτως, η έννοια της «σύνδεσης» αφορά τη φυσική σύνδεση με το δίκτυο φυσικού αερίου. Επιπροσθέτως, η μεταφορά και η διανομή φυσικού αερίου δεν περιλαμβάνουν την προμήθεια με φυσικό αέριο. Ως εκ τούτου, οι επιλέξιμοι πελάτες ασκούν το δικαίωμα πρόσβασης στα δίκτυα μέσω προμηθευτή, τον οποίον οι εν λόγω πελάτες πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να επιλέγουν ελεύθερα, η δε ελευθερία επιλογής είναι σε κάθε περίπτωση εξασφαλισμένη, είτε ο προμηθευτής τους συνδέσει με σύστημα μεταφοράς είτε με σύστημα διανομής. Κατ' ακολουθίαν, το άρθρο 32 παράγραφος 1 της οδηγίας 2009/73 έχει την έννοια ότι προβλέπει τις υποχρεώσεις των κρατών μελών μόνο σχετικά με την πρόσβαση στα δίκτυα και όχι σχετικά με τη σύνδεση με αυτά. Κατά συνέπεια, η εν λόγω διάταξη δεν μπορεί να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι επιβάλλει στα κράτη μέλη την υποχρέωση να κατοχυρώσουν στις αντίστοιχες νομοθεσίες τους το δικαίωμα κάθε τελικού πελάτη να συνδέεται με το σύστημα μεταφοράς φυσικού αερίου. - Τα κράτη μέλη οφείλουν να προβούν σε διαχωρισμό των συστημάτων μεταφοράς και των διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς σε σχέση με τα συμφέροντα παραγωγής και προμήθειας ακολουθώντας ένα από τα ακόλουθα πρότυπα, ήτοι τον διαχωρισμό της ιδιοκτησίας, που προϋποθέτει ότι ο ιδιοκτήτης δικτύου ορίζεται ως ο διαχειριστής του δικτύου και είναι ανεξάρτητος από συμφέροντα προμήθειας και παραγωγής (πρώτο πρότυπο διαχωρισμού), την καθιέρωση ανεξάρτητου διαχειριστή συστήματος (δεύτερο πρότυπο διαχωρισμού) ή την καθιέρωση ανεξάρτητου διαχειριστή μεταφοράς (τρίτο πρότυπο διαχωρισμού). - Από την ερμηνεία του άρθρου 23 και του άρθρου 32, παράγραφος 1, της οδηγίας 2009/73 δεν προκύπτει ότι τα κράτη μέλη υποχρεούνται να θεσπίσουν κανονιστική ρύθμιση δυνάμει της οποίας, αφ' ενός κάθε τελικός πελάτης μπορεί να επιλέξει να συνδεθεί είτε με το σύστημα μεταφοράς είτε με το σύστημα διανομής φυσικού αερίου και αφ' ετέρου ο διαχειριστής του οικείου συστήματος υποχρεούται να του επιτρέπει τη σύνδεση με το εν λόγω σύστημα. - Το άρθρο 23 της οδηγίας 2009/73 έχει την έννοια ότι δεν υποχρεώνει τα κράτη μέλη να θεσπίσουν κανονιστική ρύθμιση, δυνάμει της οποίας μόνον οι βιομηχανικοί πελάτες επιτρέπεται να συνδεθούν με το σύστημα μεταφοράς φυσικού αερίου. - Το άρθρο 2, σημείο 3, και το άρθρο 23 της οδηγίας 2009/73 έχουν την έννοια ότι δεν αντιτίθενται σε κανονιστική ρύθμιση κράτους μέλους δυνάμει της οποίας η μεταφορά φυσικού αερίου περιλαμβάνει τη μεταφορά φυσικού αερίου απευθείας προς το σύστημα προμήθειας φυσικού αερίου του τελικού πελάτη.
209 Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (πέμπτο τμήμα) απόφαση της 12ης Μαΐου 2022 στην υπόθεση C‑377/20 [Servizio elettrico Nazionale SpA, ENEL SpA, ENEL Energia SpA κατά Autorità Garante della Concorrenza e del Mercato κ.λπ.]: Αίτηση προδικαστικής απόφασης που υπέβαλε το Consiglio di Stato (Συμβούλιο της Επικρατείας, Ιταλία) σχετικά με την ερμηνεία του άρθρου 102 ΣΛΕΕ αναφορικά με την καταχρηστική εκμετάλλευση δεσπόζουσας θέσης από πρώην καθετοποιημένη επιχείρηση που δραστηριοποιείται στον τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας. - Το άρθρο 102 ΣΛΕΕ αποσκοπεί στην επιβολή κυρώσεων, όχι μόνο για τις πρακτικές που δύνανται να προκαλέσουν άμεση ζημία στους καταναλωτές, αλλά και για τις πρακτικές που τους προκαλούν έμμεση ζημία πλήττοντας τη δομή του αποτελεσματικού ανταγωνισμού. Προκειμένου να διαπιστωθεί ότι μια πρακτική συνιστά καταχρηστική εκμετάλλευση δεσπόζουσας θέσης αρκεί η αρχή ανταγωνισμού να αποδείξει ότι η πρακτική αυτή δύναται να θίξει τη δομή του αποτελεσματικού ανταγωνισμού στη σχετική αγορά, εκτός αν η οικεία επιχείρηση που κατέχει δεσπόζουσα θέση αποδείξει ότι τα αντίθετα προς τον ανταγωνισμό αποτελέσματα που ενδέχεται να προκύψουν από την εν λόγω πρακτική αντισταθμίζονται, ή ακόμη και εξουδετερώνονται, από θετικά για τους καταναλωτές αποτελέσματα, ιδίως από άποψη τιμών, επιλογών, ποιότητας ή καινοτομίας. Επιπλέον, προκειμένου να αποκλεισθεί ο καταχρηστικός χαρακτήρας της συμπεριφοράς μιας κατέχουσας δεσπόζουσα θέση επιχείρησης, πρέπει να γίνει δεκτό ότι δεν αρκούν τα αποδεικτικά στοιχεία που προσκόμισε η εν λόγω επιχείρηση περί του ότι η συμπεριφορά αυτή δεν παρήγαγε συγκεκριμένα περιοριστικά αποτελέσματα. Το στοιχείο αυτό ενδέχεται να συνιστά ένδειξη της έλλειψης ικανότητας της επίμαχης συμπεριφοράς να παραγάγει αντίθετα προς τον ανταγωνισμό αποτελέσματα, το οποίο, ωστόσο, πρέπει να συμπληρώνεται από άλλα αποδεικτικά στοιχεία προς απόδειξη αυτής της έλλειψης ικανότητας. - Η καταχρηστική εκμετάλλευση δεσπόζουσας θέσης, η οποία απαγορεύεται από το άρθρο 102 ΣΛΕΕ, είναι έννοια αντικειμενική. Όταν μια αρχή ανταγωνισμού διαπιστώνει ότι μια πρακτική που εφαρμόζεται από κατέχουσα δεσπόζουσα θέση επιχείρηση ενδέχεται να βλάψει τον αποτελεσματικό και ανόθευτο ανταγωνισμό στην εσωτερική αγορά, η εν λόγω επιχείρηση εξακολουθεί να έχει τη δυνατότητα να αποδείξει, προκειμένου η πρακτική αυτή να μην θεωρηθεί ως καταχρηστική εκμετάλλευση δεσπόζουσας θέσης, ότι η εν λόγω πρακτική είναι ή ήταν οικονομικά δικαιολογημένη, είτε από ορισμένες περιστάσεις της συγκεκριμένης υπόθεσης, οι οποίες πρέπει ιδίως να βρίσκονται εκτός της σφαίρας της. - Οσάκις επιχείρηση χάνει το εκ του νόμου μονοπώλιο που κατείχε προηγουμένως σε μια αγορά, οφείλει να απέχει, καθ’ όλη τη διάρκεια της απελευθέρωσης της εν λόγω αγοράς, από τη χρήση μέσων τα οποία διέθετε δυνάμει του πρώην μονοπωλίου της και τα οποία, ως εκ τούτου, δεν είναι διαθέσιμα στους ανταγωνιστές της, προκειμένου να διατηρήσει, με άλλον τρόπο πλην της αξίας της, δεσπόζουσα θέση στην πρόσφατα απελευθερωθείσα αγορά. - Σε περίπτωση κατάχρησης δεσπόζουσας θέσης από μια ή περισσότερες θυγατρικές που ανήκουν σε μια οικονομική ενότητα, η ύπαρξη της ενότητας αυτής αρκεί για να θεωρηθεί ότι η μητρική εταιρία είναι επίσης υπεύθυνη για την εν λόγω κατάχρηση, εκτός αν η μητρική εταιρία αποδείξει ότι δεν είχε την εξουσία να καθορίζει τη συμπεριφορά των θυγατρικών της. Σχόλιο: Χριστίνα Ζάτκα
226 Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (τμήμα μείζονος συνθέσεως) απόφαση της 12ης Ιουλίου 2022 στην υπόθεση C-348/20 P [Nord Stream 2 AG]: Αίτηση αναίρεσης που υπέβαλε η Nord Stream 2 AG κατά της διάταξης T‑526/19 του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 20ής Μαΐου 2020 περί απόρριψης ως απαράδεκτης της προσφυγής της με αίτημα την ακύρωση της οδηγίας (ΕΕ) 2019/692 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Απριλίου 2019, για την τροποποίηση της οδηγίας 2009/73/ΕΚ σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά φυσικού αερίου. - Κατά πάγια νομολογία, αντικείμενο προσφυγής κατά το άρθρο 263 ΣΛΕΕ μπορούν να αποτελέσουν όλες οι θεσπιζόμενες από τα θεσμικά όργανα διατάξεις, ανεξαρτήτως του είδους τους, οι οποίες αποσκοπούν στην παραγωγή δεσμευτικών έννομων αποτελεσμάτων. Οποιαδήποτε πράξη, είτε κανονιστικής είτε άλλης φύσεως, μπορεί κατ’ αρχήν να αφορά άμεσα έναν ιδιώτη και να παράγει, ως εκ τούτου, άμεσα αποτελέσματα επί της νομικής του καταστάσεως, ανεξαρτήτως του αν για την εφαρμογή της απαιτούνται εκτελεστικά μέτρα, συμπεριλαμβανομένων των μέτρων μεταφοράς στο εσωτερικό δίκαιο, αν πρόκειται για οδηγία. Επομένως, σε περίπτωση που η εν λόγω οδηγία παράγει τέτοια αποτελέσματα, το γεγονός ότι έχουν ληφθεί ή μένει ακόμη να ληφθούν μέτρα μεταφοράς της οδηγίας αυτής στο εσωτερικό δίκαιο δεν ασκεί αυτό καθ' εαυτό επιρροή, δεδομένου ότι τα εν λόγω μέτρα δεν θέτουν υπό αμφισβήτηση τον άμεσο χαρακτήρα της σχέσης μεταξύ της οδηγίας και των εν λόγω αποτελεσμάτων, υπό την προϋπόθεση ότι η εν λόγω οδηγία δεν καταλείπει στα κράτη μέλη καμιά εξουσία εκτιμήσεως όσον αφορά την επιβολή των αποτελεσμάτων αυτών στον εν λόγω ιδιώτη. - Προκειμένου να διαπιστωθεί αν μια πράξη καταλείπει στους αποδέκτες της περιθώριο εκτιμήσεως ενόψει της εφαρμογής της πρέπει να εξετάζονται τα έννομα αποτελέσματα που παράγουν οι διατάξεις της πράξης, κατά των οποίων βάλλει η προσφυγή, επί της καταστάσεως του προσώπου που επικαλείται το δικαίωμα προσφυγής. - Το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο, πρώτον, κρίνοντας ότι η επίδικη οδηγία κατέλειπε περιθώριο εκτιμήσεως στα κράτη μέλη, χωρίς να λάβει υπ' όψιν την κατάσταση της αναιρεσείουσας και το γεγονός ότι η θέση σε ισχύ της επίδικης οδηγίας είχε ως άμεση συνέπεια την υπαγωγή της αναιρεσείουσας σε υποχρεώσεις των οποίων το αποτέλεσμα δεν μπορούσε να τροποποιηθεί και, δεύτερον, διατάσσοντας να αφαιρεθούν από τη δικογραφία η σύσταση της Επιτροπής και οι παρατηρήσεις της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας και να μην ληφθούν υπ' όψιν τα χωρία του δικογράφου της προσφυγής και των παραρτημάτων του στα οποία παρατίθενται αποσπάσματα των εγγράφων αυτών. - Οι προϋποθέσεις εξαίρεσης και παρέκκλισης που απορρέουν από τα άρθρα 36 και 49α της οδηγίας 2009/73, όπως τροποποιήθηκαν και προστέθηκαν αντιστοίχως στην επίδικη οδηγία, αφορούν ατομικά την αναιρεσείουσα.
234 Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (πέμπτο τμήμα) απόφαση της 24ης Νοεμβρίου 2022 στην υπόθεση C-289/21 [IG κατά Varhoven administrativen sad]: Αίτηση προδικαστικής απόφασης που υπέβαλε το Administrativen sad Sofia-grad (Διοικητικό Πρωτοδικείο Σόφιας, Βουλγαρία) σχετικά με την ερμηνεία του άρθρου 47 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. - Κατά πάγια νομολογία, ελλείψει σχετικών κανόνων της Ένωσης, στην εσωτερική έννομη τάξη κάθε κράτους μέλους απόκειται να θεσπίσει τους δικονομικούς κανόνες των ενδίκων βοηθημάτων που αποσκοπούν στη διασφάλιση των δικαιωμάτων των υποκειμένων δικαίου, δυνάμει της αρχής της δικονομικής αυτονομίας, υπό τον όρο, ωστόσο, ότι οι κανόνες αυτοί δεν είναι λιγότερο ευνοϊκοί από εκείνους που διέπουν παρόμοιες καταστάσεις υπαγόμενες στο εσωτερικό δίκαιο (αρχή της ισοδυναμίας) και ότι δεν καθιστούν πρακτικώς αδύνατη ή υπερβολικά δυσχερή την άσκηση των δικαιωμάτων που απονέμει το δίκαιο της Ένωσης (αρχή της αποτελεσματικότητας). - Πλήρης αποτελεσματικότητα του δικαίου της Ένωσης και η ουσιαστική προστασία των δικαιωμάτων τα οποία οι ιδιώτες αντλούν από αυτό μπορούν να εξασφαλίζονται, ενδεχομένως, βάσει της αρχής της ευθύνης του κράτους για ζημίες που προκαλούνται εις βάρος ιδιωτών λόγω παραβιάσεων του δικαίου της Ένωσης για τις οποίες ευθύνεται το οικείο κράτος, καθόσον η αρχή αυτή είναι σύμφυτη προς το σύστημα των Συνθηκών επί των οποίων στηρίζεται η Ένωση. - Η αρχή της αποτελεσματικότητας, όπως κατοχυρώνεται στο άρθρο 47 του Χάρτη, έχει την έννοια ότι αντιτίθεται σε δικονομικό κανόνα κράτους μέλους δυνάμει του οποίου, όταν διάταξη του εσωτερικού δικαίου προσβληθείσα με προσφυγή ακύρωσης ως αντίθετη προς το δίκαιο της Ένωσης καταργείται και παύει, ως εκ τούτου, να παράγει τα αποτελέσματά της για το μέλλον, η διαφορά θεωρείται ότι έχει καταστεί άνευ αντικειμένου, με αποτέλεσμα να παρέλκει η έκδοση απόφασης, χωρίς προηγουμένως οι διάδικοι να έχουν τη δυνατότητα να προβάλουν το ενδεχόμενο συμφέρον τους να συνεχισθεί η δίκη και χωρίς να ληφθεί υπ' όψιν ένα τέτοιο συμφέρον.
237 Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (όγδοο τμήμα) απόφαση της 22ας Δεκεμβρίου 2022 στην υπόθεση C‑553/21 [Hauptzollamt Hamburg κατά Shell Deutschland Oil GmbH]: Αίτηση προδικαστικής απόφασης που υπέβαλε το Bundesfinanzhof (Ομοσπονδιακό Φορολογικό Δικαστήριο, Γερμανία) σχετικά με την ερμηνεία της αρχής της αναλογικότητας, ως γενικής αρχής του δικαίου της Ένωσης, σε συνδυασμό με το άρθρο 5, τέταρτη περίπτωση, της οδηγίας 2003/96/ΕΚ του Συμβουλίου, της 27ης Οκτωβρίου 2003, σχετικά με την αναδιάρθρωση του κοινοτικού πλαισίου φορολογίας των ενεργειακών προϊόντων και της ηλεκτρικής ενέργειας (ΕΕ 2003, L 283, σ. 51). - Η αρχή της αποτελεσματικότητας και η αρχή της αναλογικότητας έχουν την έννοια ότι, στο πλαίσιο της εφαρμογής διάταξης όπως αυτή του άρθρου 5, τέταρτη περίπτωση, της οδηγίας 2003/96/ΕΚ του Συμβουλίου, της 27ης Οκτωβρίου 2003, σχετικά με την αναδιάρθρωση του κοινοτικού πλαισίου φορολογίας των ενεργειακών προϊόντων και της ηλεκτρικής ενέργειας, η οποία παρέχει στα κράτη μέλη τη δυνατότητα να εφαρμόζουν, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, διαφοροποιημένους φορολογικούς συντελεστές αναλόγως του αν πρόκειται περί επαγγελματικής ή μη επαγγελματικής κατανάλωσης των ενεργειακών προϊόντων και της ηλεκτρικής ενέργειας που αναφέρονται στην οδηγία αυτή, αντιτίθενται σε εθνική ρύθμιση δυνάμει της οποίας οι αρμόδιες αρχές κράτους μέλους οφείλουν να απορρίπτουν, αυτομάτως και ανεξαιρέτως, αίτηση απαλλαγής από τον φόρο υποβληθείσα εντός της προβλεπόμενης από την εθνική νομοθεσία προθεσμίας παραγραφής του δικαιώματος επιβολής του σχετικού φόρου, για τον λόγο και μόνον ότι ο αιτών δεν τήρησε την οριζόμενη από την εν λόγω νομοθεσία προθεσμία για την υποβολή της σχετικής αίτησης.
• Γαλλική νομολογία
240 Conseil d'État (6ème - 5ème chambres réunies) της 15ης.4.2021 [“Les Moulins du Lohan”]: Εγκατάσταση και λειτουργία αιολικού πάρκου. Εξέταση εναλλακτικών λύσεων και συνδρομή λόγων δημοσίου συμφέροντος που δικαιολογούν την αδειoδότησή του. Σχόλιο: Χρυσούλα Κλαίρη
Βιβλιοπαρουσιάσεις
242 Ιωάννης Σαρμάς, Η Ένωση δικαίου, Η νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (εξελικτική και συνθετική μελέτη), Τα μεγάλα θέματα της Νομολογίας - τ. 2, από τον Χάρη Συνοδινό
242 Δημήτρης Ζερδελής, Ευρωπαϊκό Εργατικό Δίκαιο, από τους Γιολάντα Καραμπούλια και Χάρη Συνοδινό
Διεύθυνση / Συντακτική επιτροπή περιοδικού +-
Η ύλη του περιοδικού βασίζεται κυρίως σε 6 άξονες:
1. Ενέργεια και Απελευθέρωση σχετικών αγορών - 2. Ενέργεια, Περιβάλλον & Προστασία καταναλωτή - 3. Ενέργεια και Ανταγωνισμός - 4. Ενέργεια και Συμβάσεις - 5. Ενέργεια και Τεχνολογία - 6. Ενέργεια και Οικονομία / Χρηματοδοτικά• Περιλαμβάνει: 1. Νομολογία - 2. Νομοθεσία - 3. Μελέτες με επιστημονική εμβάθυνση - 4. Εξειδικευμένα άρθρα - 5. Βιβλιοκρισίες και βιβλιοπαρουσιάσεις
• Διεύθυνση: Καθηγήτρια Γλυκερία Σιούτη, Καθηγητής Σπυρίδων Φλογαΐτης
• Σύνταξη: Χάρης Συνοδινός, Απόστολος Σίνης, Δημήτρης Λελοβίτης, Χριστόφορος Πέτρου
• Επιστημονική Επιτροπή: Δημοσθένης Αγορής, Αναπλ. Καθηγητής Παν. Πατρών, Πρόεδρος ΤΕΕ - Δημοσθένης Ασημακόπουλος, Καθηγητής Παν. Αθηνών, Αντιπρύτανης - Μιχ. Βροντάκης, Αντιπρόεδρος ΣτΕ - Παντελής Κάπρος, Καθηγητής ΕΜΠ - Ιωάννης Καράκωστας, Καθηγητής Παν. Αθηνών - Δημήτρης Λάλας, Καθηγητής Παν. Αθηνών, Πρόεδρος Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών - Δ. Λελοβίτης, Δικηγόρος, LLM - Μιχ.-Θ. Μαρίνος, Καθηγητής ΔΠΘ - Κωνσταντίνος Πανέτας, πρώην Γεν. Διευθυντής Παραγωγής ΔΕΗ - Μιχ. Παπαδόπουλος, Ομ. Καθηγητής ΕΜΠ - Χριστόφορος Πέτρου, Δικηγόρος, ΔΝ - Αθανάσιος Ράντος, Αντιπρόεδρος Συμβουλίου Επικρατείας - Aπόστολος Σίνης, Δικηγόρος, ΜΔΕ Δημοσίου Δικαίου - Γλυκερία Σιούτη, Καθηγήτρια Παν. Αθηνών - Χάρης Συνοδινός, Δικηγόρος, ΔΝ - Σπυρίδων Φλογαΐτης, Καθηγητής Παν. Αθηνών - Θεόδωρος Φορτσάκης, Καθηγητής Παν. Αθηνών - Γεωργία Γιαννακούρου, Καθηγήτρια Παν. Θεσσαλίας - Βασίλης Χατζόπουλος, Αναπλ. Καθηγητής ΔΠΘ, Επισκέπτης καθηγητής στο Κολλέγιο της Ευρώπης στη Bruges
Συνδρομή
Για να αποκτήσετε συνδρομή στο περιοδικό 'Ενέργεια & Δίκαιο', παρακαλούμε επικοινωνήστε με ένα από τα καταστήματά μας (Αθήνα: 210 33 87 500, Θεσσαλονίκη: 2310 535 381) ή αποστείλατε e-mail στο info@sakkoulas.gr
Εναλλακτικά, παρακαλούμε συμπληρώστε τον επιθυμητό τρόπο επικοινωνίας, και θα επικοινωνήσουμε μαζί σας σύντομα.
Για να αποκτήσετε συνδρομή στο περιοδικό '%s', παρακαλούμε επικοινωνήστε με ένα από τα καταστήματά μας (Αθήνα: 210 33 87 500, Θεσσαλονίκη: 2310 535 381) ή αποστείλατε e-mail στο info@sakkoulas.gr