Ενέργεια & Δίκαιο (Ενέργεια&Δίκαιο)


Ενέργεια & Δίκαιο, 41 (2025)

Προχωρούµε, κατά τα υποσχεθέντα, γρήγορα και στη δηµοσίευση του πρώτου τεύχους του 2025 µε λίγα αυτή τη φορά άρθρα:

- Κωνσταντίνου Παναγούλια: Η οριοθέτηση της σιωπηρής ρυθµιστικής αρµοδιότητας του Οργανισµού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη Συνεργασία των Ρυθµιστικών Αρχών Ενέργειας (ACER). Παρατηρήσεις στην απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της ΕΕ της 25ης Σεπτεµβρίου 2024 – TenneT TSO GmbH και TenneT TSO BV κατά ACER (Τ-482/21),

- Χριστίνας Ζάτκα - Ανθής Κονδυλάτου - Καλλιόπης Χρυσούλα: ESG: Οι προκλήσεις του τριπτύχου στον σύγχρονο επιχειρησιακό κόσµο,

- Ιωάννη Παπακοσµά: Το τοπίο στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας ενόψει της νέας Οδηγίας 2024/1711/ΕΕ.

Εκτενής είναι, ωστόσο, η δηµοσιευόµενη νοµολογία, πέραν του Γενικού Δικαστηρίου της ΕΕ ­(Τ-482/21, Τ-485/21, Τ-484/21 και Τ-526/19), του Συµβουλίου της Επικρατείας ΣτΕ 559/2024, 666/2024, 818/2024, 896/2024, 964/2024, 1050/2024 αλλά και της πολύ σηµαντικής ΣτΕ 2077/2024 που συν-σχολιάζεται µε την ΣτΕ 2423/2023 από τον κ. Δηµήτριο Κυριαζή (ε & δ 30/72-117). Οµοίως και η ενδια­φέρουσα απόφαση του Πολυµελούς Πρωτοδικείου Αθηνών (ΠΠρΑθ) 96/2024 εκουσίας δικαιοδοσίας από συλλογική αγωγή Ενώσεων Καταναλωτών, στο πλαίσιο ρητρών αναπροσαρµογής στις συµβάσεις προµήθειας ηλεκτρικής ενέργειας, µετά τις αρχικές ΠΠρΑθ 67 και 175/2023 που έχουν δηµοσιευτεί στα τεύχη 35/178 και 36/87 αντίστοιχα.

Πέραν των επίκαιρων του κ. Δηµητρίου Λελοβίτη και του Νοµοθετικού Δελτίου του κ. Αποστόλου Σίνη, δηµοσιεύεται, τέλος, και µια ενδιαφέρουσα απόφαση της ΡΑΑΕΥ (Ε-181/2024) στο πλαίσιο της οιονεί δικαιοδοτικής της αρµοδιότητος. Στο επόµενο τεύχος θα έχουµε περισσότερες αποφάσεις Ανεξάρτητων Αρχών, οι οποίες αφορούν στον ενεργειακό τοµέα.

Πληροφορίες έκδοσης

Περιοδικό
Ενέργεια & Δίκαιο
ISSN
1109-9933
Τρέχον τεύχος
Αριθμός τεύχους: 41, 2025
© 2025
Σελίδες: 244
Συνδρομές

Δικαστές: € 75

Συνδρομή εξωτερικού: € 100

Φοιτητές: € 75

Εταιρείες: € 75

Πίνακας περιεχομένων   +

1 Σημείωμα της σύνταξης

9 Επίκαιρα

Άρθρα

21 Η οριοθέτηση της σιωπηρής ρυθμιστικής αρμοδιότητας του Οργανισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη Συνεργασία των Ρυθμιστικών Αρχών Ενέργειας (ACER). Παρατηρήσεις στην απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της ΕΕ της 25ης Σεπτεμβρίου 2024 – TenneT TSO GmbH και TenneT TSO BV κατά ACER (Τ-482/21), Κωνσταντίνος Η. Παναγούλιας

27 ESG: Οι προκλήσεις του τριπτύχου στον σύγχρονο επιχειρησιακό κόσμο, Ζάτκα Χριστίνα, Κονδυλάτου Ανθή, Χρυσούλα Καλλιόπη

34 Το τοπίο στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας ενόψει της νέας Οδηγίας 2024/1711/ΕΕ, Ιωάννης Κ. Παπακοσμάς

50 Νομοθετικό δελτίο

Νομολογία

• Εθνική

53 Συμβούλιο της Επικρατείας (Α΄ Τμήμα - 7μ.) 2423/2023: Πρότυπη δίκη. - Αγωγή αποζημίωσης κατά του Ελληνικού Δημοσίου για τη ζημία που οι ενάγοντες υπέστησαν από την παράνομη, κατά τους ισχυρισμούς τους, μείωση της σταθερής τιμής αναφοράς για την παραγόμενη ηλεκτρική ενέργεια από τα φωτοβολταϊκά συστήματά τους για διαφορετικές περιόδους καταναλώσεως/παραγωγής εξαιτίας των διατάξεων των υποπαραγράφων ΙΓ.1, ΙΓ.4 και ΙΓ.8 της παραγράφου ΙΓ΄ του άρθρου πρώτου του ν. 4254/2014. - Κάθε καταψηφιστική αγωγή που έχει αντικείμενο μεγαλύτερο των 200 ευρώ υποβάλλεται σε τέλος δικαστικού ενσήμου, οριζομένου σε ποσοστό επί της αξίας του αντικειμένου της αγωγής. Εν προκειμένω, εφόσον το αίτημα της κρινόμενης αγωγής είναι καταψηφιστικό, μη τραπέν σε αναγνωριστικό έως το τέλος της πρώτης επ’ ακροατηρίου συζήτησης, για το παραδεκτό της άσκησής της υπήρχε υποχρέωση καταβολής τέλους δικαστικού ενσήμου έως την πρώτη συζήτηση. - Για το παραδεκτό παρεμβάσεων δεν μπορεί να ληφθούν υπόψη προσκομισθέντες ψηφιακοί δίσκοι, διότι τα υποβληθέντα με την ως άνω μορφή αντίγραφα (δικογράφων και πράξεων καταθέσεως), ως ψηφιοποιη­μένα ηλεκτρονικά αντίγραφα, δεν πληρούν τις κατά νόμον απαιτούμενες προϋποθέσεις. - Η παρέμβαση της ΔΕΔΔΗΕ ΑΕ είναι απορριπτέα ως απαράδεκτη, διότι, κατά την έννοια του όγδοου εδαφίου της § 1 του άρθρου 1 του ν. 3900/2010, όπως η παράγραφος αυτή έχει τροποποιηθεί, για το παραδεκτό της κατά τη διάταξη αυτή παρέμβασης απαιτείται ο παρεμβαίνων να επικαλείται και να αποδεικνύει προσηκόντως ότι είναι διάδικος σε εκκρεμή ή εκκρεμείς δίκες και όχι σε υποθέσεις που έχουν συζητηθεί πριν καν από την έκδοση ή πριν από τη δημοσίευση της πράξης της κατ’ άρθρο 1 § 1 εδ. πρώτο του ν. 3900/2010 τριμελούς Επιτροπής αποκλειστικώς ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων, στις οποίες τίθεται το ίδιο ή τα ίδια νομικά ζητήματα με εκείνα που τίθενται στην πιλοτική ή πρότυπη δίκη. - Δεν μπορεί να προκύψει, έστω και αν προκαλείται ζημία σε τρίτον, ευθύνη του Δημο­σίου προς αποζημίωση κατ’ εφαρμογή του άρθρου 105 του ΕισΝΑΚ από την εκ μέρους της Πολιτείας νομοθέτηση με τα αρμόδια όργανά της ή από την παράλειψη των οργάνων αυτών να νομοθετήσουν, εκτός αν από τη νομοθέτηση ή την παράλειψή της γεννάται αντίθεση προς κανόνες δικαίου υπέρτερης τυπικής ισχύος. Στην τελευταία αυτήν περίπτωση, απαραίτητη προϋπόθεση για τη στοιχειοθέτηση αστικής ευθύνης του Δημοσίου είναι η ύπαρξη αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της αντίθετης σε υπέρτερης τυπικής ισχύος κανόνες δικαίου νομοθέτησης ή παράλειψης νομοθέτησης και της επελθούσας ζημίας. Ειδικότερα, στην ως άνω περίπτωση νομοθέτησης, ευθύνη του Δημοσίου προς αποζημίωση του ζημιωθέντος γεννάται, όλως εξαιρετικώς, μόνον αν οι επιζήμιες συνέπειες επέρχονται απευθείας από την επίμαχη διάταξη. - Σύμφωνα με τη νομολογία του ΔΕΕ, ευθύνη αποζημίωσης κράτους μέλους προς ζημιωθέντες ιδιώτες γεννάται, εφόσον συντρέχουν σωρευτικώς οι εξής τρεις προϋποθέσεις: α) ο παραβιασθείς κανόνας δικαίου αποσκοπεί στην απονομή δικαιωμάτων στους ιδιώτες, β) η παράβαση του κανόνα αυτού είναι κατάφωρη και γ) υφίσταται άμεσος αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της παραβάσεως και της ζημίας που υπέστησαν οι ιδιώτες. Επίσης, σύμφωνα με την ίδια νομολογία, οι κρατικές ενισχύσεις, οι οποίες αποτελούν κρατικά μέτρα υπέρ ορισμένων φορέων που ασκούν οικονομική δραστηριότητα διαφέρουν ουσιωδώς ως προς τη νομική φύση τους από τις αποζημιώσεις τις οποίες υποχρεώνονται, ενδεχομένως, να καταβάλουν σε ιδιώτες (τρίτους) οι εθνικές αρχές προς αποκατάσταση ζημίας που τους προξένησαν από την παραβίαση των ενωσιακών κανόνων περί κρατικών ενισχύσεων. Συνεπώς, οι εν λόγω αποζημιώσεις δεν αποτελούν κρατικές ενισχύσεις υπό την έννοια του ενωσιακού δικαίου. - Δυνάμει των επίμαχων διατάξεων του ν. 4254/2014, επιβλήθηκε: (α) επανακαθορισμός (με μείωση από 1.4.2014) των τιμών αναφοράς/αποζημιώσεως, οι οποίες είχαν ορισθεί με το προγενέστερο νομικό καθεστώς και αποτελούν όρο των υπό εκτέλεση συμβάσεων συμψηφισμού που έχουν ήδη συναφθεί υπό το κράτος ισχύος του προγενέστερου καθεστώτος (δηλαδή προ της 1ης.4.2014) και (β) αυτοδίκαιη επέκταση της διάρκειας των εν λόγω συμβάσεων, η οποία είχε καθορισθεί με το προγενέστερο αυτό καθεστώς και αποτελεί συμβατικό όρο (με παροχή δυνατότητας επιλογής του τρόπου υπολογισμού της αποζημιώσεως κατά το διάστημα της επεκτάσεως), καταργήθηκε δε (γ) η ετήσια αναπροσαρμογή της κανονιστικώς καθορισθείσας και συνομολογηθείσας τιμής αναφοράς/αποζημιώσεως, αναπροσαρμογή που προέβλεπε το προγενέστερο καθεστώς και αποτελεί συμβατικό όρο των παλαιών συμβάσεων. Οι νομοθετικές αυτές ρυθμίσεις αποτελούν παρέμβαση σε καταρτισθείσες ιδιότυπες αναγκαστικές συμβάσεις, με σκοπό την εξάλειψη του ελλείμματος του Ειδικού Λογαριασμού του άρθρου 40 του ν. 2773/1999 (και μετέπειτα του άρθρου 143 του ν. 4001/2011) και τη διασφάλιση της βιωσιμότητάς του και εντεύθεν του μηχανισμού στηρίξεως των ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ. Μόνη, όμως, η θέσπιση των διατάξεων αυτών δεν αρκεί αφ’ εαυτής να επιφέρει τη ζημία (περιουσιακή και μη). Και τούτο, διότι οι κατά τους ενάγοντες επιζήμιες συνέπειες των επίμαχων διατάξεων δεν επέρχονται ευθέως από τη θέσπιση με τον ν. 4254/2014 των ως άνω μέτρων, αλλά από την εκτέλεση των κατ’ ιδίαν συμβάσεων συμψηφισμού που καταρτίσθηκαν βάσει των προϊσχυουσών ρυθμίσεων. Επομένως, η αξίωση κατά του Ελληνικού Δημοσίου για την αποκατάστασή της από νομοθέτηση κατά παράβαση διατάξεων υπέρτερης τυπικής ισχύος του εθνικού, ενωσιακού και εν γένει ευρωπαϊκού δικαίου δεν μπορεί να θεμελιωθεί στο άρθρο 105 του ΕισΝΑΚ, καθόσον δεν συντρέχει εν προκειμένω μία από τις σωρευτικώς απαιτούμενες από το ενωσιακό και το εσωτερικό δίκαιο προϋποθέσεις για την ευθύνη του κράτους προς αποζημίωση και συγκεκριμένως η προϋπόθεση της υπάρξεως αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της παραβάσεως και της ζημίας. - Απορρίπτει τις αγωγές και τις παρεμβάσεις. Σχόλιο: Δημήτριος Κυριαζής

62 Συμβούλιο της Επικρατείας (Ε΄ Τμήμα) 559/2024: Αίτηση ακύρωσης ΑΕΠΟ μονάδας παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από καύση βιορευστών και απόφασης του αρμο­δίου Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας, με την οποία απορρίφθηκε η προσφυγή κατά της ιδίας ΑΕΠΟ. - Στις εγκαταστάσεις παραγωγής ενέργειας από βιομάζα περιλαμβάνονται και οι σταθμοί παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από βιορευστά, τα οποία, άλλωστε, προέρχονται από βιομάζα και εμπίπτουν στην ευρύτερη έννοιά της. Συνεπώς, οι εν λόγω μονάδες εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του ΕΧΠ/ΑΠΕ, έστω και εάν δεν κατονομάζονται ρητά στις διατάξεις του, οι οποίες αναφέρονται γενικά σε εγκαταστάσεις ενεργειακής αξιοποίησης βιομάζας ή βιοαερίου. - Λαμβάνοντας υπόψη αφ' ενός ότι ο επίδικος σταθμός ισχύος μικρότερης του 1 ΜW προκαλεί χαμηλή όχληση και επομένως συνιστά εγκατάσταση παραγωγής ήπιας μορφής ενέργειας, και όχι βιομηχανική ή βιοτεχνική δραστηριότητα, και αφ' ετέρου ότι το ΓΠΣ της περιοχής δεν προβλέπει συγκεκριμένες θέσεις για την εγκατάσταση ΑΠΕ αυτού του είδους, η χωροθέτηση του επίδικου σταθμού στη θέση όπου χωροθετείται είναι επιτρεπτή. - Με δεδομένα ότι το επίδικο έργο κατατάσσεται στην Α2 υποκατηγορία περιβαλλοντικής αδειοδότησης προκαλώντας χαμηλή όχληση, ότι έχει μικρό μέγεθος, ότι απέχει ικανή απόσταση (2,53 χλμ.) από περιοχή του δικτύου Natura, ότι, κατά τη Διοίκηση, με τη χρήση φίλτρων συγκράτησης των αέριων αποβλήτων δεν θα παρουσιαστεί επίπτωση στην προστατευόμενη περιοχή, καθώς και ότι προβλέπεται πρόγραμμα παρακολούθησης των επιπτώσεων της δραστηριότητας κατά τις περιόδους μετακίνησης των πεταλούδων, η κρίση της Διοίκησης, η οποία διατυπώθηκε τελικώς με επιστημονική βεβαιότητα, ότι, εφόσον τηρηθούν οι περιβαλλοντικοί όροι, δεν θα θιγεί η περιοχή του δικτύου Natura, είναι νομίμως αιτιολογημένη. - Ο ισχυρισμός των αιτούντων περί παραβίασης της αρχής της εγγύτητας και της ασφάλειας, καθώς η κατανάλωση των βιορευστών αποβλήτων αντιστοιχεί σε ποσότητα που δεν μπορεί να προέρχεται μόνο από την τοπική αγορά της νήσου Ρόδου είναι αναπόδεικτος, δεν ήταν ουσιώδης, και ορθώς απορρίφθηκε σιωπηρά από τον Υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας με τη δεύτερη προσβαλλόμενη πράξη. - Απορρίπτει την αίτηση.

68 Συμβούλιο της Επικρατείας (Ε΄ Τμήμα) 666/2024: Αίτηση ακύρωσης άδειας εγκατάστασης ΑΣΠΗΕ. - Όταν εκδοθεί ΑΕΠΟ ΑΣΠΗΕ και έχει παρέλθει η κατά νόμο προθεσμία προσβολής της ή έχει προσβληθεί ανεπιτυχώς, στο επόμενο στάδιο της χορήγησης της άδειας εγκατάστασης μπορεί, κατά την έννοια των ειδικών διατάξεων του ν. 3468/2006, να εξεταστεί μόνον αν, σύμφωνα με την οικεία ειδική νομοθεσία, θεσπίζεται απαγόρευση εγκατάστασης του σταθμού, καθώς και η συμβατότητα της εν λόγω άδειας με τη νομοθεσία αυτή. Δεν μπορεί, αντιθέτως, να εξετασθεί ζήτημα καταλληλότητας του χώρου εξ εκείνων τα οποία δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της νομοθεσίας που διέπει την άδεια εγκατάστασης και ήταν εξεταστέα κατά το στάδιο της έγκρισης των περιβαλλοντικών όρων ούτε ζήτημα πληρότητας της εγκριθείσας ΜΠΕ. Ωστόσο, κατά την έννοια των διατάξεων της § 9 του άρθρου 2 του ν. 4014/2011, σε περίπτωση που διαπιστωθούν μέσω περιβαλλοντικών επιθεωρή­σεων, αλλά και για την ταυτότητα του λόγου, μέσω εφαρμογής προγραμμάτων παρακολούθησης, σοβαρά προβλήματα υποβάθμισης του περιβάλλοντος ή αν παρατηρηθούν επιπτώσεις στο περιβάλλον που δεν είχαν προβλεφθεί από τη ΜΠΕ και την ΑΕΠΟ, αρχική ή τροποποιητική, ή αν προκύψει ιδιαιτέρως σοβαρός λόγος συνιστάμενος σε κρίσιμη και ουσιώδη ανατροπή των δεδομένων στα οποία είχε στηριχθεί η ΑΕΠΟ, η αρμόδια περιβαλλοντική αρχή μπορεί να επιβάλει πρόσθετους περιβαλλοντικούς όρους ή να μεταβάλει τους αρχικούς, χωρίς αυτό να συνιστά παρεμπίπτοντα έλεγχο της ΑΕΠΟ, αφού τα στοιχεία που επιτάσσουν τη μεταβολή ή συμπλήρωση των περιβαλλοντικών όρων ανέκυψαν εκ των υστέρων. Η αρμόδια περιβαλλοντική αρχή δύναται επίσης να ζητήσει την εκπόνηση ειδικής μελέτης ή νέας ΜΠΕ για την αντιμετώπιση των προβλημάτων αυτών ή ακόμη και να ανακαλέσει την ΑΕΠΟ, αν κρίνει αιτιολογημένα, στην τελευταία αυτή περίπτωση, ενόψει των νέων στοιχείων, ότι οι αρνητικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις του προτεινόμενου έργου ή της δραστηριότητας παραμένουν εξαιρετικά σημαντικές, ακόμη και μετά την πρόβλεψη ειδικών όρων και περιορισμών, καθώς και μετά την αντιστάθμισή τους, οπότε και προβλέπεται η απόρριψη του αιτήματος περιβαλλοντικής αδειοδότησης έργου. Στις περιπτώσεις αυτές, εφόσον είναι εκκρεμές αίτημα του φορέα εκμετάλλευσης του έργου για τη χορήγηση άδειας εγκατάστασης, η αρμόδια για το ζήτημα αυτό αρχή οφείλει να απέχει από την έκδοση της άδειας εγκατάστασης, μέχρις ότου η περιβαλλοντική αρχή ασκήσει την προβλεπόμενη από τη διάταξη της § 9 του άρθρου 2 του ν. 4014/2011 αρμοδιότητά της, αυτήν δηλαδή, της επιβολής νέων, αυστηρότερων περιβαλλοντικών όρων ή τροποποίησης των ήδη ισχυόντων, ακόμη και αν αυτοί έχουν ήδη τροποποιηθεί, τούτο δε κατά μείζονα λόγο εάν η ίδια η ΑΕΠΟ, εν γνώσει του ενδεχομένου ανατροπής των παραδοχών στις οποίες στηρίχθηκε η έκδοσή της, είχε προβλέψει τη συμπληρωματική μελέτη και παρακολούθηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων του έργου. Τυχόν χορηγηθείσα άδεια εγκατάστασης, χωρίς να προηγηθεί ο ως άνω έλεγχος από την αρμόδια περιβαλλοντική αρχή, είναι ακυρωτέα. Είναι, βεβαίως, πάντοτε δυνατή η επιβολή πρόσθετων όρων από την αρχή που χορηγεί την άδεια εγκατάστασης, υπό την προϋπόθεση, όμως, ότι οι πρόσθετοι αυτοί όροι δεν συνιστούν τροποποίηση όρων της ΑΕΠΟ. - Παρανόμως εκδόθηκε η προσβαλλόμενη άδεια εγκατάστασης, προτού η οικεία περιβαλλοντική αρχή αξιολογήσει τα πορίσματα του προγράμματος παρακολούθησης, από τα οποία προκύπτουν αφ΄ ενός δυσμενή στοιχεία για την πανίδα της περιοχής, τα οποία δεν έχουν πλήρως αξιολογηθεί, και αφ΄ ετέρου αμφιβολίες για τον ίδιο τον σχεδιασμό του έργου. Δέχεται την αίτηση ακύρωσης.

80 Συμβούλιο της Επικρατείας (Ε΄ Τμήμα) 818/2024: Αίτηση ακύρωσης κατά πράξης έγκρισης περιβαλλοντικών όρων ΑΣΠΗΕ. - Η συσχέτιση του επίδικου έργου με άλλα έργα και η εξέταση των αθροιστικών συνεργιστικών επιπτώσεων στο τοπίο και σε σχέση με τα μνημεία του παρακείμενου αρχαιολογικού χώρου είναι επαρκής. - Πληρούνται οι ελάχιστες ορισθείσες αποστάσεις από γειτνιάζουσες περιοχές κατά το Παράρτημα II του ΕΠΧΣ/ΑΠΕ. - Στη ΜΠΕ αναλύονται οι επιπτώσεις στα μορφολογικά και τοπιολογικά χαρακτηριστικά της ευρύτερης περιοχής, εκτιμώνται τα φαινόμενα οπτικής παρείσδυσης από τη λειτουργία του ΑΣΠΗΕ, διερευνώνται και αξιολογούνται οι πιθανότητες διάσπασης της γραμμής του ορίζοντα και των φυσικών σχημάτων και χρωμάτων του τοπίου από την ένταξη του έργου στην περιοχή, καθώς και οι νέες συνθήκες συνέχειας ή ασυνέχειας στην οργάνωση του τοπίου και γίνεται εκτενής αναφορά στις εν γένει επιπτώσεις στο φυσικό και ανθρωπογενές περιβάλλον, περιγράφονται δε μέτρα αντιμετώπισης τόσο σε σχέση με τη μορφολογία και το τοπίο όσο και με την οπτική όχληση. - Κατά τη λειτουργία του έργου εξασφαλίζεται το ελάχιστο επίπεδο των 45 dB(A) στα όρια όλων των οικιστικών δραστηριοτήτων που ορίζει η ΚΥΑ 49828 στο Παράρτημα ΙΙ, Πίνακας Δ. - Απορρίπτεται η αίτηση.

94 Συμβούλιο της Επικρατείας (Δ΄ Τμήμα) 896/2024: Αίτηση ακύρωσης ανακλητικής πράξης άδειας τομής οδοστρώματος για την εγκατάσταση υπόγειας γραμμής μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας 400kV. – Με έννομο συμφέρον ο ΑΔΜΗΕ ζητεί την ακύρωση της ανακλητικής πράξης, παρά το ότι η ανακαλούμενη δεν έχει εκδοθεί επ' ονόματί του, το οποίο ερείδεται στην ιδιότητά του ως του διαχειριστή και κυρίου του ΕΣΜΗΕ και συνεπώς διαφοροποιείται από το οικονομικό έννομο συμφέρον της δικαιούχου της ανακληθείσης άδειας εταιρίας. - Οι Δήμοι έχουν την εξουσία να επιλαμβάνονται ζητημάτων που αφορούν τη δημόσια υγεία και συνακόλουθα να ανακαλούν νομίμως εκδοθείσες πράξεις τους για λόγους προστασίας της δημόσιας υγείας με ειδικώς αιτιολογημένες σχετικές αποφάσεις κατά τις αρχές περί ανάκλησης των νομίμων διοικητικών πράξεων· η εξουσία όμως αυτή περιορίζεται και δεν μπορεί να ασκηθεί όσον αφορά την εκτίμηση των επιπτώσεων στη δημόσια υγεία έργων, τα οποία ο κανονιστικός νομοθέτης, στο πλαίσιο της αρμοδιότητάς του, κρίνοντας προφανώς ότι δεν ενέχουν κίνδυνο για τη δημόσια υγεία, εξαίρεσε από την περιβαλλοντική αδειοδότηση. Τούτο, διότι στο πλαίσιο της οργάνωσης της έννομης τάξης η σχετική τεχνική κρίση ανατίθεται σε όργανα που διαθέτουν τις απαιτούμενες επιστημονικές γνώσεις. Αντίθετο συμπέρασμα δεν μπορεί να συναχθεί ούτε από την αρχή της προφύλαξης, η οποία δεν κωλύει την ανάθεση σε ορισμένη δημόσια υπηρεσία, ενόψει της στελέχωσής της με το κατάλληλο επιστημονικό και τεχνικό προσωπικό, της κατ’ αποκλειστικότητα εκτίμησης των κινδύνων που επάγεται μια δραστηριότητα για τη δημόσια υγεία. Δεδομένου ότι στην προκειμένη περίπτωση ο κανονιστικός νομοθέτης έχει εξαιρέσει τις υπόγειες γραμμές μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας από την περιβαλλοντική αδειοδότηση, μη νομίμως ο Δήμος Χαλκιδέων ανακάλεσε την επίμαχη άδεια τομής οδοστρώματος κατ’ επίκληση λόγων γενικότερου δημοσίου συμφέροντος, αναγόμενων στην προστασία της δημόσιας υγείας, δεν συντρέχει δε εν προκειμένω περίπτωση παρεμπίπτοντος ελέγχου των προαναφερθεισών κανονιστικών ρυθμίσεων από τον Δήμο ή τον ακυρωτικό δικαστή (μειοψ.). - Δέχεται την αίτηση.

100 Συμβούλιο της Επικρατείας (Δ΄ Τμήμα) 964/2024: Αίτηση ακύρωσης κατά άδειας τομής οδοστρώματος για την εγκατάσταση υπόγειας γραμμής μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας 400kV. - Το δικόγραφο της αίτησης ακύρωσης πρέπει να περιέχει, μεταξύ άλλων, τη διεύθυνση κατοι­κίας του αιτούντος, την ηλεκτρονική του διεύθυνση και τον αριθμό του φορολογικού του μητρώου. Η έλλειψη, όμως, των στοιχείων αυτών δεν καθιστά αυτή και μόνη άκυρο το δικόγραφο, όταν η ταυτότητα εκείνων που άσκησαν το ένδικο βοήθημα και η σοβαρότητα της πρόθεσής τους να το ασκήσουν συνάγονται ασφαλώς. - Κάθε άδεια τομής οδοστρώματος έχει εκτελεστό χαρακτήρα από τον χρόνο έκδοσής της και όχι από τη θεώρησή της από το αρμόδιο Τμήμα Τροχαίας. - Η αποδοχή από τον διοικούμενο ορισμένης πράξης, η οποία έχει ως αποτέλεσμα την άρση του εννόμου συμφέροντός του για την προσβολή της με αίτηση ακύρωσης, πρέπει να προκύπτει σαφώς, είτε από ρητή δήλωσή του είτε από συμπεριφορά του που δεν αφήνει περιθώρια σχετικά με την έννοιά της. - Οι Δήμοι έχουν την εξουσία να επιλαμβάνονται ζητημάτων που αφορούν τη δημόσια υγεία και συνακόλουθα να ανακαλούν νομίμως εκδοθείσες πράξεις του για λόγους προστασίας της δημόσιας υγείας με ειδικώς αιτιολογημένες σχετικές αποφάσεις, κατά τις αρχές περί ανάκλησης των νομίμων διοικητικών πράξεων· η εξουσία όμως αυτή περιορίζεται και δεν μπορεί να ασκηθεί όσον αφορά την εκτίμηση των επιπτώσεων στη δημόσια υγεία έργων, τα οποία ο κανονιστικός νομοθέτης, στο πλαίσιο της αρμοδιότητάς του, κρίνοντας προφανώς ότι δεν ενέχουν κίνδυνο για τη δημόσια υγεία, εξαίρεσε από την περιβαλλοντική αδειοδότηση. - Η όδευση της επίδικης παραλλαγής της γραμμής μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας κάτω από τον κεντρικό δρόμο οικισμού περιγράφεται στην τεχνική έκθεση που υποβλήθηκε για την έκδοση της προσβαλλόμενης άδειας και αποτυπώνεται σε απεικόνιση στη δεύτερη σελίδα της έκθεσης αυτής. Επίσης, στην περιγραφή του τρόπου διάνοιξης των χαντακιών για την τοποθέτηση των καλωδίων, που περιέχεται στην ως άνω τεχνική έκθεση, γίνεται αναφορά σε διάνοιξη χαντακιών βάθους 2,10 μ., στην ίδια δε έκθεση αποτυπώνεται και η τομή των χαντακιών, στην οποία φαίνεται σαφώς και η θέση που θα τοποθετηθούν τα καλώδια. – Το οικείο δημοτικό συμβούλιο δεν έχει αρμοδιότητα να αποφασίζει ή να γνωμοδοτεί κατά τη διαδικασία χορήγησης της άδειας τομής οδοστρώματος. - Απορρίπτεται η αίτηση.

106 Συμβούλιο της Επικρατείας (Στ΄ Τμήμα) 1050/2024: Αίτηση ακύρωσης πράξης αναγκαστικής απαλλοτρίωσης ακινήτων ανηκόντων σε ιδιώτες χάριν ανεμογεννήτριας αιολικού πάρκου. - Σαφής και ορισμένη η προσβαλλομένη ως προς τον προσδιορισμό του αντικειμένου της απαλλοτρίωσης κατά τη θέση και την έκτασή του. - Το διάγραμμα και ο πίνακας της απαλλοτρίωσης φέρουν έγκριση δημοσίας αρχής. - Το κανονιστικό πλαίσιο για την περιβαλλοντική αδειοδότηση των έργων και δραστηριοτήτων ΑΠΕ της κατηγορίας Β του ν. 4014/2011, το οποίο εισήχθη με τον νόμο αυτό και τις κατ’ εξουσιοδότησή του εκδοθείσες κανονιστικές διοικητικές πράξεις, δεν εφαρμόζεται αναδρομικά, ούτε η θέση του σε ισχύ έχει ως συνέπεια την κατάργηση ή την αποδυνάμωση των ΑΕΠΟ, οι οποίες είχαν μέχρι τότε εκδοθεί κατ’ εφαρμογή των προϊσχυσασών διατάξεων των ν. 1650/1986 και 3010/2002, ούτε οι τελευταίες τρέπονται σε περιορισμένης χρονικής διάρκειας και με παράλληλη υποχρέωση του κυρίου του έργου να κινήσει άμεσα τη διαδικασία υπαγωγής του σε ΠΠΔ. - Η κήρυξη αναγκαστικής απαλλοτρίωσης προς υλοποίηση έργου, το οποίο κατά νόμο εμπίπτει στις κατηγορίες των υποβαλλομένων σε περιβαλλοντική αδειοδότηση, προϋποθέτει την ολοκλήρωση της σχετικής αδειοδοτικής διαδικασίας. Προκειμένου περί έργου ΑΠΕ, υπαγομένου ήδη στην Β κατηγορία του ν. 4014/2011, η προϋπόθεση αυτή κατ’ αρχήν πληρούται, εφόσον αυτό, προτού τεθεί σε ισχύ η 3791/2013 (Β΄ 104) κανονιστική υπουργική απόφαση, διέθετε ήδη ΑΕΠΟ, εκδοθείσα κατ’ εφαρμογή των προϊσχυσασών διατάξεων των ν. 1650/1986 και 3010/2002, της οποίας η διάρκεια δεν έχει λήξει κατά τον χρόνο έκδοσης της απαλλοτριωτικής απόφασης. Δεν προσαπαιτείται δε η υπαγωγή του έργου σε ΠΠΔ. - Επί προσβολής πράξης αναγκαστικής απαλλοτρίωσης είναι απαράδεκτοι ακυρωτικοί λόγοι αναφερόμενοι σε θέματα χωροθέτησης και περιβαλλοντικών επιπτώσεων. - Ο οικείος Δήμος δεν μπορεί να επικαλείται την προσβολή δικαιώματος, του οποίου δεν είναι φορέας, ισχυριζόμενος απλώς ότι από τις ρυθμίσεις αυτές θίγονται οι δημότες του, τους οποίους, άλλωστε, δεν μπορεί, κατά νόμο, να εκπροσωπεί ή να υποκαθιστά στην άσκηση δικαιωμάτων τους, που τυχόν απορρέουν από δικαίωμα ιδιοκτησίας εκείνων. - Απορρίπτεται η αίτηση.

110 Συμβούλιο της Επικρατείας (Α΄ Τμήμα - 7μ.) 2077/2024: Πιλοτική δίκη (άρθ. 1 § 1 ν. 3900/2010) Αγωγή, κατ’ άρθ. 105 και 106 ΕισΝΑΚ, ιδιοκτητών οικιακών φωτοβολταϊκών συστημάτων, οι οποίοι έχουν συνάψει με τη ΔΕΗ ΑΕ συμβάσεις συμψηφισμού για τη συμμετοχή τους στο “Ειδικό Πρόγραμμα Ανάπτυξης Φωτοβολταϊκών Συστημάτων σε κτιριακές εγκαταστάσεις και ιδίως σε δώματα και στέγες κτιρίων”, ενώπιον του Μον. Διοικ. Πρωτοδικείου Αθηνών κατά των: 1) Ελληνικού Δημοσίου, 2) ανώνυμης εταιρείας «Λειτουργός Αγοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας ΑΕ» (ΛΑΓΗΕ ΑΕ) ήδη ΔΑΠΕΕΠ ΑΕ, 3) Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας (ΡΑΕ) και 4) ανώνυμης εταιρείας ΔΕΗ Α.Ε. ως ευθυνομένων εις ολόκληρον κατ’ άρθ. 926 ΑΚ για την αποκατάσταση ζημίας από την κατ’ αυτούς παράνομη μείωση της σταθερής τιμής αναφοράς/αποζημιώσεως για την παραχθείσα ηλεκτρική ενέργεια για διαφορετικές περιόδους παραγωγής (από το 2012 ή το 2013 ή το 2014 έως το 2017 ή έως το πρώτο τρίμηνο του 2018), εξαιτίας (α) της θεσπίσεως από το εναγόμενο Ελληνικό Δημόσιο και της εφαρμογής από τους λοιπούς εναγομένους (ΛΑΓΗΕ ΑΕ, ΡΑΕ και ΔΕΗ ΑΕ) των διατάξεων των υποπαρ. ΙΓ.1 και ΙΓ.8 της § ΙΓ άρθ. πρώτου ν. 4254/2014 και (β) παράνομων κατ’ αυτούς παραλείψεων των οργάνων του Ελληνικού Δημοσίου, της ΡΑΕ και της ΛΑΓΗΕ ΑΕ οι οποίες κατά τους ισχυρισμούς τους, συνετέλεσαν στη διεύρυνση του ελλείμματος του Ειδικού Λογαριασμού ΑΠΕ, για την εξάλειψη του οποίου επιβλήθηκαν τα επίμαχα μέτρα που θεσπίσθηκαν με τον ν. 4254/2014.

156 Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών 96/2024 (εκουσία δικαιοδοσία): Συλλογική αγωγή του ενώσεων καταναλωτών κατά προμηθευτών ηλεκτρικής ενέργειας, στο πλαίσιο εφαρμογής ρητρών αναπροσαρμογής χρεώσεων προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας. - Αθέμιτες εμπορικές, παραπλανητικές και επιθετικές πρακτικές (άρθ. 9γ επ. ν. 2251/1994). - Η υποχρέωση πληροφόρησης στο δίκαιο του καταναλωτή δεν είναι απόλυτη, αλλά εξαρτάται από το προϊόν, τις συνθήκες επικοινωνίας και τα χαρακτηριστικά της αγοράς, στην οποία εντάσσεται συγκεκριμένο αγαθό. Αυτά τα στοιχεία διαπλάθουν τις απαιτήσεις επαγγελματικής ευσυνειδησίας και τις δικαιολογημένες εύλογες προσδοκίες του καταναλωτή ως προς το ουσιώδες της πληροφόρησης. Κρίσιμος χρόνος για την αξιολόγηση των παραπάνω προϋποθέσεων είναι ο χρόνος κατάρτισης της σύμβασης, επομένως το σημείο εισαγωγής της ρήτρας στις συμβάσεις προμήθειας. - Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθ. 371 και 372 ΑΚ προκύπτει ότι οι συμβαλλόμενοι είναι κατ’ αρχήν ελεύθεροι να αφήσουν απροσδιόριστη την παροχή, κατά την κατάρτιση της συμβάσεως, και να προβλέψουν απλώς έναν τρόπο άρσης της αοριστίας στο μέλλον, αρκεί να μην υπερβούν τα όρια που καθορίζουν οι ΑΚ 372-373. Συγκεκριμένα, άκυρη είναι, σύμφωνα με τις διατάξεις αυτές, η σύμβαση, μόνο όταν ο προσδιορισμός της παροχής ανατέθηκε στην απόλυτη κρίση του ενός από τους συμβαλλομένους (ΑΚ 372), όπως επίσης, όταν ανατέθηκε στην απόλυτη κρίση τρίτου και αυτός ο τρίτος δεν μπορεί ή αρνείται ή καθυστερεί να προσδιορίσει την παροχή (ΑΚ 373). Ενώ, δηλαδή, στην πρώτη περίπτωση (ΑΚ 372) μόνη η εξάρτηση του περιεχομένου της παροχής από την απόλυτη κρίση ενός από τους συμβαλλομένους επάγεται ακυρότητα της σύμβασης, στη δεύτερη περίπτωση (ΑΚ 373), η σύμβαση είναι τότε μόνο άκυρη, όταν ο τρίτος στην απόλυτη κρίση του οποίου αφέθηκε ο προσδιορισμός της αρχικά αόριστης παροχής, δεν είναι σε θέση ή αρνείται ή καθυστερεί να προσδιορίσει την παροχή. Περαιτέρω, δεν υπάρχει περιθώριο εφαρμογής των διατάξεων ΑΚ 371 επ., όταν η αοριστία της παροχής είναι μόνο φαινομενική, όταν δηλαδή ο προσδιορισμός της παροχής είναι θέμα απλού υπολογισμού, ενώ το ίδιο θα πρέπει να γίνει δεκτό και στην περίπτωση που ο καθορισμός του ύψους της παροχής συμφωνήθηκε να γίνει με διαγνωστικά μέτρα, όπως είναι η αγοραία ή η χρηματιστηριακή αξία του αντικειμένου της παροχής. - Η «εν στενή εννοία» συλλογική αγωγή του άρθρου 10 § 16 εδ. α΄ του ν. 2251/1994 έχει ως στόχο την προστασία των συλλογικών συμφερόντων των καταναλωτών και δεν μπορούν με αυτή να επιδιώκονται ατομικά συμφέροντα, ακόμα κι αν αφορούν ευρύτερη ομάδα προσώπων, είτε των μελών των ενώσεων είτε τρίτων καταναλωτών. Ως εκ τούτου, το Δικαστήριο, που κρίνει επ’ αυτής, διαπιστώνει γενικά και αντικειμενικά την ύπαρξη κατάστασης, που ενέχει αντικαταναλωτική συμπεριφορά, διατάσσει τα κατά την κρίση του ενδεδειγμένα ρυθμιστικά μέτρα για την προστασία του συνόλου των καταναλωτών και εξαλείφει παράνομες πρακτικές του προμηθευτή. Εφόσον, λοιπόν, με τη συλλογική αγωγή του άρθ. 10 § 16 εδ. α΄ του ν. 2251/1994 δεν εισάγεται προς διάγνωση διαφορά ιδιωτικού δικαίου και το ένδικο αυτό βοήθημα δεν εντάσσεται στον κύκλο της αμφισβητούμενης δικαιοδοσίας, το Δικαστήριο κατά την παροχή συλλογικής έννομης προστασίας δεν λειτουργεί αποκαταστατικά, η απόφαση δε επί συλλογικής αγωγής που διαπιστώνει την καταχρηστικότητα ενός ΓΟΣ δεν μπορεί να έχει ως συνέπεια την ακυρότητα όλων των αντίστοιχων όρων των ενσωματωμένων σε ατομικές συμβάσεις με συγκεκριμένους καταναλωτές, έστω και αν αυτοί είναι μέλη της ένωσης που άσκησε την αγωγή. Η επέλευση ή μη της ακυρότητας των ενσωματωμένων όρων αποτελεί έργο της αποκαταστατικής λειτουργίας, την οποία τα Δικαστήρια επιτελούν στο πλαίσιο της αμφισβητούμενης δικαιοδοσίας τους. - Η προβλεπόμενη διά νόμου υποχρέωση έκαστης εναγομένης ως προμηθεύτριας ηλεκτρικής ενέργειας σε αντικατάσταση των σχετικών όρων για το μέλλον, καθιστά αλυσιτελή τα σχετικά αιτήματα της υπό κρίση συλλογικής αγωγής, δεδομένου ότι το συλλογικό καταναλωτικό συμφέρον, στην προστασία του οποίου κατατείνουν τα ως άνω αιτήματα, και το οποίο συνίσταται στο να παύσει έκαστη εναγομένη να επικαλείται και να χρησιμοποιεί τους ως άνω όρους, ικανοποιείται από την ως άνω νομοθετική πρόβλεψη, χωρίς να υφίσταται πλέον ανάγκη δικαστικής προστασίας. Το Δικαστήριο παραδεκτώς λαμβάνει υπόψη τον ως άνω νόμο, που δεν ίσχυε μεν κατά το χρόνο συζήτησης της αγωγής, ισχύει όμως κατά το χρόνο δημοσίευσης της παρούσας απόφασης (άρθ. 533 ΚΠολΔ), επειδή οφείλει να λάβει υπόψη του τους ουσιαστικούς κανόνες δικαίου που ισχύουν κατά το χρόνο δημοσίευσης της απόφασής του, εφόσον με αυτούς δεν καταργείται υφιστάμενο δικαίωμα, η διάγνωση του οποίου έχει αχθεί σε εκκρεμή δίκη. - Απορρίπτει την αγωγή.

• Ενωσιακή

172 Γενικό Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (τρίτο πενταμελές τμήμα) απόφαση της 25ης Σεπτεμβρίου 2024 στην υπόθεση Τ‑482/21 [TenneT TSO GmbH, με έδρα το Bayreuth (Γερμανία), TenneT TSO BV, με έδρα το Arnhem (Κάτω Χώρες), προσφεύγουσες, υποστηριζόμενες από την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, παρεμβαίνουσα, κατά Οργανισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη Συνεργασία των Ρυθμιστικών Αρχών Ενέργειας (ACER)]: Προσφυγή της Bundesnetzagentur für Elektrizität, Gas, Telekommunikation, Post und Eisenbahnen (BNetzA κατά του Οργανισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη Συνεργασία των Ρυθμιστικών Αρχών Ενέργειας (ACER). - Tο πεδίο εφαρμογής της επικυρωθείσας μεθοδολογίας επιμερισμού του κόστους αναδιανομής και αντίρροπης συναλλαγής είναι παράνομο. Σύμφωνα με το πεδίο εφαρμογής, κατ’ αρχήν, «όλα» τα στοιχεία δικτύου με τάση από 220 kV και άνω είναι επιλέξιμα για τον επιμερισμό κόστους βάσει της αρχής «ο ρυπαίνων πληρώνει» δυνάμει του άρθρου 16, παράγραφος 13, του κανονισμού (ΕΕ) 2019/943 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Ιουνίου 2019, σχετικά με την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας. - Το πεδίο εφαρμογής της μεθοδολογίας επιμερισμού του κόστους πρέπει να συνάδει με τη διαδικασία υπολογισμού της δυναμικότητας, κατά την οποία μόνο για τα στοιχεία δικτύου με συντελεστή διανομής της μεταφοράς ενέργειας (PTDF) τουλάχιστον 5% είναι τεχνικώς εφικτός ο περιορισμός του διασυνοριακού εμπορίου και, επομένως, είναι αναγκαία διασυνοριακής σημασίας μέτρα αναδιανομής και αντίρροπης συναλλαγής. - Η προσβαλλόμενη απόφαση πρέπει να ακυρωθεί, επειδή παραβιάζει, ειδικότερα, το άρθρο 16, παράγραφος 13, του κανονισμού 2019/943 και το άρθρο 74, παράγραφοι 2 και 4, του κανονισμού (ΕΕ) 2015/1222 της Επιτροπής, της 24ης Ιουλίου 2015, σχετικά με τον καθορισμό κατευθυντήριων γραμμών για την κατανομή της δυναμικότητας και τη διαχείριση της συμφόρησης. - Το συμβούλιο προσφυγών δεν λαμβάνει υπόψη ότι είναι αναγκαία νομική βάση προκειμένου ο επιμερισμός του κόστους βάσει της αρχής «ο ρυπαίνων πληρώνει» να επεκταθεί σε στοιχεία δικτύου με συντελεστή διανομής της μεταφοράς ενέργειας κάτω του 5%. Εντούτοις, τέτοια νομική βάση δεν υφίσταται. Επιπλέον, η συμπερίληψη όλων των στοιχείων δικτύου στο πεδίο εφαρμογής της επίμαχης μεθοδολογίας αποτελεί παράβαση του άρθρου 74 του κανονισμού 2015/1022, επειδή συνεπάγεται τη θέσπιση λάθος κινήτρων και δεν συμβιβάζεται με τις νόμιμες υποχρεώσεις και ευθύνες των εμπλεκόμενων ΔΣΜ. - H προσβαλλόμενη απόφαση πρέπει να ακυρωθεί, επειδή το συμβούλιο προσφυγών παρανόμως επιβεβαίωσε τη μέθοδο χρωματισμού των ροών ισχύος (στο εξής: PFC) ως εφαρμοστέα μέθοδο για την ανάλυση των ροών στο πλαίσιο της επίμαχης μεθοδολογίας. Η PFC προσκρούει στον σκοπό του άρθρου 16, παράγραφος 13, του κανονισμού 2019/943 που είναι η καθιέρωση της αρχής «ο ρυπαίνων πληρώνει». Η PFC δεν βασίζεται σε πραγματικές φυσικές ροές, αλλά μάλλον σε αποτελέσματα της ψηφιακής αγοράς. Εντούτοις, είναι ευρέως γνωστό ότι οι φυσικές ροές αποκλίνουν από τα αποτελέσματα της αγοράς. Επομένως, τα πορίσματα βάσει της μεθόδου PFC δεν καθιστούν δυνατό να εντοπιστεί με αξιόπιστο τρόπο ο υπεύθυνος για συγκεκριμένη συμφόρηση. Ως εκ τούτου, η μέθοδος PFC δεν θέτει ούτε ορθά κίνητρα για διαχείριση των συμφορήσεων, για διορθωτικά μέτρα και για αποδοτικές επενδύσεις, κατά παράβαση του άρθρου 74 του κανονισμού 2015/1022. Περαιτέρω, το συμβούλιο προσφυγών δεν αξιολόγησε δεόντως τις τεχνικές πτυχές, βάσει των οποίων η PFC είναι παράνομη, και άντλησε μη ευλογοφανή συμπεράσματα από ανεπαρκή στοιχεία. Όσον αφορά την ανάλυση των ροών, το συμβούλιο προσφυγών επικύρωσε επίσης παρανόμως συγκεκριμένα τεκμήρια τα οποία θα εφαρμόζονται αποκλειστικά στην ανάλυση ροών όσον αφορά τα στοιχεία δικτύου του HVDC. Τα τεκμήρια αυτά είναι αστήρικτα, προσκρούουν στο άρθρο 16, παράγραφος 13, του κανονισμού 2019/943 και συνεπάγονται αύξηση του επιμεριζόμενου κόστους εις βάρος των στοιχείων δικτύου του HVDC. Περαιτέρω, τα τεκμήρια αυτά παραβιάζουν την αρχή της ίσης μεταχείρισης εις βάρος των στοιχείων δικτύου του HVDC και υπέρ των στοιχείων δικτύου εναλλασσόμενου ρεύματος. Το συμβούλιο προσφυγών δεν αξιολόγησε επαρκώς τα τεκμήρια αυτά σε στοιχεία δικτύου του HVDC και άντλησε μη ευλογοφανή συμπεράσματα από ανεπαρκή στοιχεία. - H προσβαλλόμενη απόφαση πρέπει να ακυρωθεί, επειδή επικυρώνει παρανόμως κοινό όριο βροχοειδών ροών το οποίο ο ACER όρισε σε 10% βάσει εκτιμήσεων κόστους. Αυτό αντιβαίνει στο άρθρο 16, παράγραφος 13, του κανονισμού 2019/943, επειδή το όριο δεν στηρίζεται σε αξιόπιστα πραγματικά δεδομένα ως προς το επίπεδο των βροχοειδών ροών που θα υπήρχαν ελλείψει διαρθρωτικών συμφορήσεων. Ο ACER δεν είχε αρμοδιότητα να καθορίσει όριο 10%. Το όριο αυτό επίσης δεν λαμβάνει υπόψη το άρθρο 16, παράγραφος 8, του κανονισμού 2019/943 κατά το οποίο οι διαχειριστές συστήματος μεταφοράς μπορούν να χρησιμοποιούν έως 30% για περιθώρια αξιοπιστίας, βροχοειδείς και εσωτερικές ροές. Επιπλέον, το συμβούλιο προσφυγών υπέπεσε σε πλάνη εκτιμήσεως ως προς τα πραγματικά περιστατικά και θέτει λάθος κίνητρα για τις επενδύσεις στα δίκτυα κατά παράβαση του άρθρου 74 του κανονισμού 2015/1022. Επιπροσθέτως, το συμβούλιο προσφυγών υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο, κρίνοντας ότι το άρθρο 16, παράγραφος 13, του κανονισμού 2019/943 επιβάλλει την ύπαρξη ορίου βροχοειδών ροών μόνο ανά ζώνη προσφοράς και όχι ανά σύνορο ζώνης προσφοράς

187 Γενικό Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (τρίτο πενταμελές τμήμα) απόφαση της 25ης Σεπτεμβρίου 2024 στην υπόθεση T-485/21 2021/C-401/17 [Bundesnetzagentur für Elektrizität, Gas, Telekommunikation, Post und Eisenbahnen (BNetzA) κατά Οργανισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη Συνεργασία των Ρυθμιστικών Αρχών Ενέργειας.— BNetzA κατά ACER]: Προσφυγή της Bundesnetzagentur für Elektrizität, Gas, Telekommunikation, Post und Eisenbahnen (BNetzA κατά του Οργανισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη Συνεργασία των Ρυθμιστικών Αρχών Ενέργειας (ACER), για την ακύρωση της αποφάσεως του συμβουλίου προσφυγών του Οργανισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη Συνεργασία των Ρυθμιστικών Αρχών Ενέργειας (ACER), της 28ης Μαΐου 2021, με την οποία επιβεβαιώθηκε η απόφαση 30/2020 του ACER, της 30ής Νοεμβρίου 2020, επί της προτάσεως των διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς ηλεκτρικής ενεργείας (στο εξής: ΔΣΜ) της περιφέρειας που περιλαμβάνει το Βέλγιο, την Τσεχική Δημοκρατία, τη Γερμανία, τη Γαλλία, την Κροατία, το Λουξεμβούργο, την Ουγγαρία, τις Κάτω χώρες, την Αυστρία, την Πολωνία, τη Ρουμανία, τη Σλοβενία και τη Σλοβακία (στο εξής: περιφέρεια CORE) για τον υπολογισμό της καλούμενης δυναμικότητας «CORE», σχετικά με τη μεθοδολογία επιμερισμού του κόστους αναδιανομής και αντίρροπης συναλλαγής, και απορρίφθηκε η προσφυγή της στην υπόθεση A-001-2021. Έγκριση από τον ACER της μεθοδολογίας επιμερισμού του κόστους αναδιανομής και αντίρροπης συναλλαγής και καθορισμός του ανώτατου επιτρεπόμενου επιπέδου για τις νόμιμες βροχοειδείς ροές σύμφωνα με το άρθρο 16, παράγραφος 13, του κανονισμού (ΕΕ) 2019/943. - Η συνεκτίμηση στοιχείων δικτύου που δεν είναι διασυνορια­κά στο πλαίσιο της εφαρμογής της μεθοδολογίας επιμερισμού του κόστους δεν συνάδει προς το άρθρο 16, παράγραφος 13, του κανονισμού (ΕΕ) 2019/943 (1) και το άρθρο 74 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/1222 (2). Εν πάση περιπτώσει, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι δεν υφίσταται το αναγκαίο νομικό έρεισμα. Ο καθορισμός του πεδίου εφαρμογής της μεθοδολογίας επιμερισμού του κόστους βάσει των απαιτήσεων για τη διασφάλιση της ασφάλειας λειτουργίας του συστήματος και των απαιτήσεων που απορρέουν από την αρχή «ο ρυπαίνων πληρώνει» συνιστά νομικό σφάλμα. - Η απαγόρευση συμψηφισμού παραβαίνει, ιδίως, το άρθρο 16, παράγραφοι 11 και 13, του κανονισμού (ΕΕ) 2019/943. Επιπλέον, η εν λόγω απαγόρευση καθιστά τη μεθοδολογία επιμερισμού του κόστους εγγενώς αντιφατική. - Ο καθορισμός από το καθού, βάσει ιδίων κριτηρίων, ενός προσωρινού επιπέδου ανοχής έως το οποίο είναι επιτρεπτές οι αναμενόμενες βροχοειδείς ροές αντιβαίνει προς το δικονομικό και ουσιαστικό δίκαιο της Ένωσης. Από τυπικής απόψεως, το καθού δεν συμμορφώθηκε προς τους κανόνες που αποδίδουν στους διαχειριστές των συστημάτων μεταφοράς και τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές αρμοδιότητα για τον καθορισμό του επιπέδου ανοχής. Συγκεκριμένα, το καθού προσδιόρισε προσωρινώς το ανωτέρω επίπεδο, παρά το γεγονός ότι η ανάλυση του επιπέδου των αναμενόμενων βροχοειδών ροών, η οποία απαιτείται βάσει του άρθρου 16, παράγραφος 13, υποπερίοδος 2, του κανονισμού (ΕΕ) 2019/943, δεν διενεργήθηκε από τους διαχειριστές των συστημάτων μεταφοράς. Από ουσιαστικής απόψεως, η μεθοδολογία επιμερισμού του κόστους παραβαίνει την υποχρέωση καθορισμού του επιπέδου ανοχής ειδικώς για «κάθε ξεχωριστή ζώνη προσφοράς», η οποία πηγάζει από το άρθρο 16, παράγραφος 13, δεύτερη υποπερίοδος, του κανονισμού (ΕΕ) 2019/943, καθόσον, μέσω της ανωτέρω μεθοδολογίας, καθορίστηκε ένα ενιαίο επίπεδο ανοχής, ισομερώς κατανεμημένο μεταξύ των ζωνών προσφοράς από τις οποίες προέρχονταν οι βροχοειδείς ροές. Τουλάχιστον, το ως άνω επίπεδο που καθορίστηκε προσωρινώς δεν έχει την απαιτούμενη νομική βάση. - Το ότι, για τον καθορισμό των παραγόντων που ευθύνονται για τη συμφόρηση του δικτύου, στον οποίο βασίστηκε η μεθοδολογία επιμερισμού του κόστους, ελήφθησαν κατά προτεραιότητα υπόψη οι βροχοειδείς και όχι οι εσωτερικές ροές αντιβαίνει στο άρθρο 16, παράγραφος 13, του κανονισμού (ΕΕ) 2019/943. Επιπλέον, η μεθοδολογία αυτή δημιουργεί στρεβλά κίνητρα. Επιπροσθέτως, η ανωτέρω μεθοδολογία δεν συνάδει προς την υποχρέωση εντιμότητας και την αρχή της απαγορεύσεως των διακρίσεων. - Τουλάχιστον στο πλαίσιο της συνολικής θεώρησής της, η μεθοδολογία επιμερισμού του κόστους παραβιάζει το δίκαιο της Ένωσης. Το ευρύ πεδίο εφαρμογής, η απαγόρευση συμψηφισμού, το εσφαλμένο επίπεδο ανοχής και η προτεραιότητα που αναγνωρίστηκε στις βροχοειδείς ροές έναντι των εσωτερικών ροών αποτελούν χαρακτηριστικά που αλληλοσυνδέονται και αλληλοενισχύονται. Τα χαρακτηριστικά αυτά, συνολικά θεωρούμενα τουλάχιστον, συνεπάγονται παραβίαση της αρχής «ο ρυπαίνων πληρώνει» και της αρχής της απαγορεύσεως των διακρίσεων, παραβαίνουν δε την υποχρέωση εντιμότητας. Επίσης, η μεθοδολογία επιμερισμού του κόστους δεν συνάδει, συνολικά θεωρούμενη τουλάχιστον, προς τον στόχο της Ένωσης να αυξήσει το μερίδιο της ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Η μεθοδολογία επιμερισμού του κόστους είναι γενικώς αντίθετη προς την αρχή της αναλογικότητας και στερείται του αναγκαίου νομικού ερείσματος. - Η ανεπιφύλακτη υποχρέωση των διαχειριστών των συστημάτων μεταφοράς, η οποία προβλέπεται από τη μεθοδολογία επιμερισμού του κόστους, να αναπτύξουν, εντός δώδεκα μηνών από την εφαρμογή της μεθοδολογίας αυτής, προτάσεις τροποποιήσεως και να τις υποβάλουν για έγκριση στις ρυθμιστικές αρχές, παραβαίνει το άρθρο 16, παράγραφος 13, του κανονισμού (ΕΕ) 2019/943 και το άρθρο 74, παράγραφος 6, στοιχείο β', σε συνδυασμό με το άρθρο 9, παράγραφος 13, του κανονισμού (ΕΕ) 2015/1222.

205 Γενικό Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης απόφαση της 25ης Σεπτεμβρίου 2024 στην υπόθεση T-484/21 [Polskie sieci elektroenergetyczne S.A. (Konstancin-Jeziorna, Πολωνία) κατά Οργανισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη Συνεργασία των Ρυθμιστικών Αρχών Ενέργειας]: Προσφυγή της Polskie sieci elektroenergetyczne S.A κατά του Οργανισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη Συνεργασία των Ρυθμιστικών Αρχών Ενέργειας, όπου ζητείται η ακύρωση της αποφάσεως του συμβουλίου προσφυγών του Οργανισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη Συνεργασία των Ρυθμιστικών Αρχών Ενέργειας (ACER), της 28ης Μαΐου 2021, περί επικυρώσεως της αποφάσεως αριθ. 30/2020 του ACER, της 30ής Νοεμβρίου 2020, επί της προτάσεως των διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας της περιφέρειας που περιλαμβάνει το Βέλγιο, την Τσεχική Δημοκρατία, τη Γερμανία, τη Γαλλία, την Κροατία, το Λουξεμβούργο, την Ουγγαρία, τις Κάτω Χώρες, την Αυστρία, την Πολωνία, τη Ρουμανία, τη Σλοβενία και τη Σλοβακία για τον υπολογισμό της δυναμικότητας με την ονομασία «CORE», σχετικά με τη μεθοδολογία επιμερισμού του κόστους αναδιανομής και αντίρροπης συναλλαγής, και περί απορρίψεως της προσφυγής της στην υπόθεση A-

206 Γενικό Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (πέμπτο πενταμελές τμήμα) απόφαση της 27ης Νοεμβρίου 2024 στην υπόθεση T-526/19 RENV [Nord Stream 2 AG, κατά Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, και Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης]: Προσφυγή της Nord Stream 2 AG με την οποία ζητείται η ακύρωση της οδηγίας (ΕΕ) 2019/692 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Απριλίου 2019, για την τροποποίηση της οδηγίας 2009/73/ΕΚ σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά φυσικού αερίου (ΕΕ 2019, L 117, σελ. 1). Η προσβαλλόμενη οδηγία είναι κατάλληλη για την επίτευξη των σκοπών της ασφάλειας δικαίου και της συνοχής του νομικού πλαισίου τους οποίους επιδιώκει κατά κύριο λόγο, καθόσον διευρύνει το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2009/73 και, επομένως, τις υποχρεώσεις που προβλέπει η οδηγία αυτή. Η προσφεύγουσα δεν τυγχάνει ούτε της εξαίρεσης βάσει του άρθρου 36, όπως τροποποιήθηκε, ούτε της παρέκκλισης βάσει του άρθρου 49α κατά την ημερομηνία έκδοσης της προσβαλλόμενης οδηγίας· δεν είναι ικανό να αποδείξει ότι ο νομοθέτης παραβίασε την αρχή της ασφάλειας δικαίου και τη συνακόλουθή της αρχή της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης. Δεν αποδεικνύεται ούτε ο προδήλως ακατάλληλος χαρακτήρας της επιλογής στην οποία προέβη ο νομοθέτης με το άρθρο 49α, η οποία συνίσταται στον καθορισμό του πεδίου εφαρμογής της παρέκκλισης που προβλέπει η διάταξη αυτή μέσω του κριτηρίου της ολοκλήρωσης πριν από τις 23 Μαΐου 2019, ούτε ο αδικαιολόγητος χαρακτήρας ενδεχόμενης διαφορετικής μεταχείρισης.

• Αποφάσεις Ανεξάρτητων Αρχών

230 ΡΑΑΕΥ Ε-181/2024: Επί των αιτημάτων επιβολής προσωρινών μέτρων κατ’ άρθρο 35 του ν. 4001/2011, κατόπιν καταγγελιών αναφορικά με τις περικοπές έγχυσης της παραγόμενης ενέργειας από σταθμούς AΠΕ.

Διεύθυνση / Συντακτική επιτροπή περιοδικού   +

Η ύλη του περιοδικού βασίζεται κυρίως σε 6 άξονες:
1. Ενέργεια και Απελευθέρωση σχετικών αγορών - 2. Ενέργεια, Περιβάλλον & Προστασία καταναλωτή - 3. Ενέργεια και Ανταγωνισμός - 4. Ενέργεια και Συμβάσεις - 5. Ενέργεια και Τεχνολογία - 6. Ενέργεια και Οικονομία / Χρηματοδοτικά• Περιλαμβάνει: 1. Νομολογία - 2. Νομοθεσία - 3. Μελέτες με επιστημονική εμβάθυνση - 4. Εξειδικευμένα άρθρα - 5. Βιβλιοκρισίες και βιβλιοπαρουσιάσεις

Διεύθυνση: Καθηγήτρια Γλυκερία Σιούτη, Καθηγητής Σπυρίδων Φλογαΐτης
Σύνταξη: Χάρης Συνοδινός, Απόστολος Σίνης, Δημήτρης Λελοβίτης, Χριστόφορος Πέτρου
Επιστημονική Επιτροπή: Δημοσθένης Αγορής, Αναπλ. Καθηγητής Παν. Πατρών, Πρόεδρος ΤΕΕ - Δημοσθένης Ασημακόπουλος, Καθηγητής Παν. Αθηνών, Αντιπρύτανης - Μιχ. Βροντάκης, Αντιπρόεδρος ΣτΕ - Παντελής Κάπρος, Καθηγητής ΕΜΠ - Ιωάννης Καράκωστας, Καθηγητής Παν. Αθηνών - Δημήτρης Λάλας, Καθηγητής Παν. Αθηνών, Πρόεδρος Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών - Δ. Λελοβίτης, Δικηγόρος, LLM - Μιχ.-Θ. Μαρίνος, Καθηγητής ΔΠΘ - Κωνσταντίνος Πανέτας, πρώην Γεν. Διευθυντής Παραγωγής ΔΕΗ - Μιχ. Παπαδόπουλος, Ομ. Καθηγητής ΕΜΠ - Χριστόφορος Πέτρου, Δικηγόρος, ΔΝ - Αθανάσιος Ράντος, Αντιπρόεδρος Συμβουλίου Επικρατείας - Aπόστολος Σίνης, Δικηγόρος, ΜΔΕ Δημοσίου Δικαίου - Γλυκερία Σιούτη, Καθηγήτρια Παν. Αθηνών - Χάρης Συνοδινός, Δικηγόρος, ΔΝ - Σπυρίδων Φλογαΐτης, Καθηγητής Παν. Αθηνών - Θεόδωρος Φορτσάκης, Καθηγητής Παν. Αθηνών - Γεωργία Γιαννακούρου, Καθηγήτρια Παν. Θεσσαλίας - Βασίλης Χατζόπουλος, Αναπλ. Καθηγητής ΔΠΘ, Επισκέπτης καθηγητής στο Κολλέγιο της Ευρώπης στη Bruges

Συνδρομή

Για να αποκτήσετε συνδρομή στο περιοδικό 'Ενέργεια & Δίκαιο', παρακαλούμε επικοινωνήστε με ένα από τα καταστήματά μας (Αθήνα: 210 33 87 500, Θεσσαλονίκη: 2310 535 381) ή αποστείλατε e-mail στο info@sakkoulas.gr

Εναλλακτικά, παρακαλούμε συμπληρώστε τον επιθυμητό τρόπο επικοινωνίας, και θα επικοινωνήσουμε μαζί σας σύντομα.

 
 

Τρέχον τεύχος