Α. Καρράς, Η Αναίρεση στην Ποινική Δίκη, 2η έκδ., 2013
Έγκυρες ερμηνευτικές λύσεις για την αναιρετική διαδικασία στην ποινική δίκη.
Το παρόν έργο αποτελεί τη δεύτερη, ενημερωμένη, έκδοση του μοναδικού –ύστερα από πολλά χρόνια– συγγράμματος για την αναίρεση βουλευμάτων και ποινικών αποφάσεων. Ο Συγγραφέας εξετάζει σφαιρικά όλες τις επόψεις της σχετικής διαδικασίας και παρέχει έγκυρες ερμηνευτικές λύσεις σε όλα τα προβλήματα που ανακύπτουν.Στη μελέτη έχουν συγκεντρωθεί και αναλυθεί οι σχετικές διατάξεις με τρόπο συστηματικό και κατανοητό, με βάση την εφαρμογή τους από το Δικαστήριο του Αρείου Πάγου, ενώ καταγράφονται και οι διαφορετικές απόψεις της θεωρίας, καθώς και οι θέσεις της νομολογίας του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Έτσι, ο αναγνώστης βρίσκει τεκμηριωμένες και αξιόπιστες λύσεις για όλα τα ζητήματα που ανακύπτουν σε κάθε στάδιο της αναιρετικής διαδικασίας στην ποινική δίκη.
Η νέα δεύτερη έκδοση έχει ενημερωθεί με τις νεότερες νομοθετικές πρωτοβουλίες που μεσολάβησαν από την πρώτη και αφορούν και στο ένδικο μέσο της αναίρεσης, ενώ έχει ληφθεί υπ’ όψη η πρόσφατη νομολογία του Ακυρωτικού.
Edition info
Table of contents +-
ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΔΕΥΤΕΡΗΣ ΕΚΔΟΣΗΣ
ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΠΡΩΤΗΣ ΕΚΔΟΣΗΣ
ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ
ΒΑΣΙΚΗ ΓΕΝΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
ΠΡΩΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΚΑΙ ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΕΣ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ
1. Έννοια
2. Σκοπός
3. Η διάκριση νομικών και πραγματικών ζητημάτων
4. Η ελεύθερη εκτίμηση των αποδείξεων
5. Το ένδικο μέσο της αναίρεσης ασκείται μόνο μία φορά
6. Η «κάταρξη» του ένδικου μέσου της αναίρεσης
7. Η αναίρεση υπέρ του νόμου
8. Η καθοριστική επιρροή της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) και της Νομολογίας του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ) ως προς το ένδικο μέσο της αναίρεσης
– Αναγκαία η ουσιαστική εναρμόνιση της νομολογίας του ΑΠ
– Κριτικές παρατηρήσεις
– Ενεργεί το Δικαστικό Συμβούλιο ως «δικαστήριο» υπό την έννοια του άρθρου 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ;
– Η εφαρμογή του τεκμηρίου της αθωότητας σύμφωνα με το άρθρο 6 παρ. 2 της ΕΣΔΑ από το ΕΔΔΑ
Συνιστά αυτοτελή λόγο αναίρεσης η παραβίαση των διατάξεων της ΕΣΔΑ και ειδικότερα του άρθρου 6;
ΔΕΥΤΕΡΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΚΑΙ ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΕΣ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ
1. Το δικαίωμα σε άσκηση του ένδικου μέσου της αναίρεσης
Α. Ποιοι δικαιούνται να ασκήσουν αναίρεση
α. Κατά των βουλευμάτων
– Οι εισαγγελείς πλημμελειοδικών, εφετών και Αρείου Πάγου
Σε ποιες συγκεκριμένες περιπτώσεις μπορούν οι ως άνω εισαγγελείς να ζητούν την αναίρεση των βουλευμάτων
β. Κατά των αποφάσεων
Ι. Ο κατηγορούμενος
i. Της καταδικαστικής απόφασης
– Ποια άλλα πρόσωπα μπορούν να ασκήσουν το ένδικο μέσο για λογαριασμό του κατηγορουμένου
– Ο συνήγορός του που παραστάθηκε στη συζήτηση
Είναι αναγκαία η ρητή αναγραφή της ιδιότητας του συνηγόρου στην έκθεση άσκησης της αναίρεσης; Η παλαιότερη θέση της νομολογίας του ΑΠ και η κριτική της. Νεότερη εναρμόνισή της προς τη νομολογία του ΕΔΔΑ
Το δικαίωμα του συνηγόρου είναι αυτοτελές και ανεξάρτητο από το δικαίωμα εκείνου που καταδικάσθηκε. Πότε κατ’ εξαίρεση κάμπτεται η αρχή αυτή. Τι συμβαίνει όταν υπάρχει αντίθεση μεταξύ τους;
– Ο δικαστικός συμπαραστάτης του
– Ο ανιών, σύζυγος, κατιών ή συγγενής εξ αίματος σε πλάγια γραμμή έως και τον 2ο βαθμό
– Ειδικότερα σχετικά με την έννοια της καταδικαστικής απόφασης
ii. Της απόφασης που παύει οριστικά την ποινική δίωξη εναντίον του
iii. Της απόφασης που κήρυξε απαράδεκτη την ποινική δίωξη εναντίον του
iv. Της απόφασης που κήρυξε το δικαστήριο αναρμόδιο καθ’ ύλην
v. Της αθωωτικής απόφασης, αν αθωώθηκε λόγω έμπρακτης μετάνοιας
vi. Του μέρους της απόφασης που αναφέρεται στην απόδοση των αφαιρεθέντων πραγμάτων και των πειστηρίων ή στη δήμευση
II. Ο πολιτικώς ενάγων
i. Της καταδικαστικής απόφασης, μόνον όμως για το τμήμα που επιδικάζει σ’ αυτόν αποζημίωση ή ικανοποίηση ή απορρίπτει την αγωγή του, επειδή δεν στηρίζεται στον νόμο
ii. Της αθωωτικής απόφασης, μόνο στην περίπτωση που έχει καταδικασθεί σε αποζημίωση και στα έξοδα ή που η πολιτική αγωγή έχει απορριφθεί, επειδή δεν στηριζόταν στον νόμο και μόνον ως προς αυτά τα κεφάλαια
Επίμετρο 1: Μπορεί να υποστηριχθεί ότι επιτρέπεται άσκηση αναίρεσης από τον πολιτικώς ενάγοντα και κατά του κεφαλαίου της αθώωσης;
Επίμετρο 2: Μπορεί να υποστηριχθεί ότι επιτρέπεται άσκηση αναίρεσης από τον πολιτικώς ενάγοντα και κατά των αποφάσεων που παύουν οριστικά την ποινική δίωξη ή την κηρύσσουν απαράδεκτη;
iii. Του μέρους της απόφασης που αφορά απόδοση των πραγμάτων που αφαιρέθηκαν και των πειστηρίων ή δήμευση
III. Ο αστικώς υπεύθυνος
IV. Ο εισαγγελέας πλημμελειοδικών, εφετών και Αρείου Πάγου
Ειδικότερα η πρακτική της υποβολής αίτησης των διαδίκων για την άσκηση αναίρεσης. Κριτικές παρατηρήσεις
V. Ο μηνυτής ή ο εγκαλών
VI. Ο τρίτος
– Ειδικότερες πρόσθετες ρυθμίσεις
α. Όταν ο νόμος επιτρέπει την προσβολή ορισμένης απόφασης, χωρίς να καθορίζει τα δικαιούμενα πρόσωπα
β. Όταν ο νόμος χορηγεί το δικαίωμα σε ορισμένο μόνον υποκείμενο της δίκης
Β. Εναντίον ποιων βουλευμάτων και αποφάσεων μπορεί να ασκηθεί αναίρεση
α. Εναντίον ποιων βουλευμάτων
β. Εναντίον ποιων αποφάσεων
2. Το συμφέρον για άσκηση του ένδικου μέσου της αναίρεσης
α. Πρόκληση βλάβης
β. Επιδίωξη οφέλους
γ. Ατομικό συμφέρον
δ. Ειδικότερα το συμφέρον του εισαγγελέα
ε. Έλλειψη συμφέροντος. Τι πρέπει να γίνεται σε περίπτωση που δεν συν-τρέχει;
Επίμετρο: Χρειάζεται συγκεκριμένος προσδιορισμός στην αναίρεση του συμφέροντος του αναιρεσείοντος για την άσκησή της; Η θέση της νομολογίας του ΑΠ και η κριτική της
3. Οι προβλεπόμενες προθεσμίες
α. Οι γενικές και ειδικές προθεσμίες αναίρεσης κατά των βουλευμάτων και η αφετηρία έναρξής τους
β. Οι γενικές και ειδικές προθεσμίες αναίρεσης κατά των αποφάσεων και η αφετηρία έναρξής τους
– Αρκεί η επίδοση απλού αποσπάσματος της απόφασης για την κίνηση της προθεσμίας άσκησης του ένδικου μέσου; Η θέση της νομολογίας του ΑΠ και η κριτική της
Επίμετρο 1: Η ειδική ρύθμιση για τις καταδικαστικές αποφάσεις
Επίμετρο 2: Η προθεσμία αναίρεσης των αποφάσεων των στρατιωτικών δικαστηρίων
γ. Ανώτερη βία ή ανυπέρβλητο κώλυμα
δ. Η άκυρη επίδοση και οι συνέπειές της
– Πότε ειδικότερα λαμβάνει χώρα άκυρη επίδοση. Τι πρέπει να γίνεται με όσους ανήκουν στο εμπορικό ναυτικό και ταξιδεύουν εκτός Ελλάδας. Η παράλειψη μνείας στο επιδοτήριο του περιεχομένου του επιδιδόμενου εγγράφου μπορεί να προκαλέσει απόλυτη ακυρότητα; Η προβληματική της παράλειψης σημείωσης στο επιδιδόμενο έγγραφο της χρονολογίας επίδοσης. Οι διαφοροποιημένες θέσεις της θεωρίας και τις νομολογίας του ΑΠ
ε. Επίδοση σε πρόσωπα που χαρακτηρίζονται ως άγνωστης διαμονής, αν και έχουν γνωστή διαμονή
– Η έννοια της κατοικίας και της άγνωστης διαμονής
– Γιατί ειδικότερα είναι εσφαλμένη η θέση τμήματος της νομολογίας του ΑΠ ότι απαιτείται να είναι άγνωστη η διαμονή του ενδιαφερομένου στην εισαγγελική ή δικαστική αρχή που παραγγέλλει την επίδοση, έστω και αν αυτή είναι γνωστή σε άλλες αρχές ή τρίτους. Αντίθεση προς το Σύνταγμα (άρθρο 20) και την ΕΣΔΑ (άρθρο 6, παρ. 1)
στ. Ανώτερη βία ή άκυρη επίδοση; Οι δύο θέσεις της νομολογίας του ΑΠ
Επίμετρο: Η παράλειψη απάντησης στον ισχυρισμό ότι συντρέχει λόγος ανώτερης βίας ή άκυρης επίδοσης συνιστά έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας
4. Οι οριζόμενες διατυπώσεις
I. Αυτοπρόσωπη ή μέσω αντιπροσώπου άσκηση
– Ειδικότερα η νομιμοποίηση του αντιπροσώπου
α. Εντολή με απλή έγγραφη δήλωση και βεβαίωση του γνησίου της υπογραφής
– Ακόμη ειδικότερα η νομιμοποίηση του αντιπροσώπου ανώνυμης
εταιρείας
β. Η εντολή αρκεί να είναι γενική, εφόσον αφορά στην άσκηση ένδικων μέσων για τη συγκεκριμένη ποινική υπόθεση
γ. Ο συνήγορος, που έχει ήδη διορισθεί στην προδικασία ή τη διαδικασία στο ακροατήριο σε συγκεκριμένη ποινική υπόθεση, έχει την εξουσία να ασκεί ένδικα μέσα ως πληρεξούσιος του διαδίκου, εφόσον αυτό μνημονεύεται στον διορισμό
δ. Το πληρεξούσιο ή επικυρωμένο αντίγραφό του προσαρτάται στη σχετική έκθεση. Είναι παραδεκτή η μεταγενέστερη προσκόμιση του πληρεξουσίου, που όμως ήδη υπήρχε κατά τον χρόνο της άσκησης της αίτησης αναίρεσης;
ε. Σε ποιες περιπτώσεις επιτρέπεται η μεταγενέστερη, αλλά εντός προθεσμίας είκοσι ημερών, προσκόμιση του πληρεξουσίου.
– Είναι επιτρεπτή σε αυτές τις περιπτώσεις η εντός της ως άνω προθεσμίας σύνταξη του πληρεξουσίου. Η αντίθετη θέση της νομολογίας του ΑΠ και η κριτική της
II. Άσκηση με δήλωση
III. Σύνταξη έκθεσης και υπογραφή της
– Το ζήτημα της άσκησης με δικόγραφο ενόψει της αρνητικής θέσης της νομολογίας του ΑΠ
– Το ζήτημα της παράλειψης υπογραφής της έκθεσης από τον υπάλληλο που τη συντάσσει. Η κυμαινόμενη νομολογία του ΑΠ και η κριτική της
IV. Η υποχρέωση διατύπωσης των λόγων αναίρεσης στην έκθεση άσκησης του ένδικου μέσου της αναίρεσης
– Είναι επιτρεπτή η εξέταση λόγου αναίρεσης που αναφέρεται σε άλλο έγγραφο; Η αρνητική θέση της νομολογίας του ΑΠ και η κριτική της
– Ειδικότερα η σαφής και ορισμένη διατύπωση των λόγων αναίρεσης. Η θέση της νομολογίας του ΑΠ και η κριτική της
– Ακόμη ειδικότερα η ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία της έφεσης του εισαγγελέα κατά της αθωωτικής απόφασης
V. Οι πρόσθετοι λόγοι αναίρεσης
Επίμετρο: Συνυποβολή αντιγράφων της έκθεσης ή δήλωσης αναίρεσης και των τυχόν πρόσθετων λόγων ή υπομνημάτων του αναιρεσείοντος
5. Να μην έχει λάβει χώρα νόμιμα παραίτηση από το ένδικο μέσο
Ειδικότερα τι πρέπει να γίνεται σε περίπτωση σύμπτωσης παραίτησης και απαραδέκτου του ένδικου μέσου;
6. Η κήρυξη του ένδικου μέσου της αναίρεσης ως απαραδέκτου
Ενδεικτικές περιπτώσεις απαραδέκτου από τη νομολογία
ΤΡΙΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΤΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΤΗΣ ΑΣΚΗΣΗΣ ΤΟΥ ΕΝΔΙΚΟΥ ΜΕΣΟΥ
ΤΗΣ ΑΝΑΙΡΕΣΗΣ
1. Το ανασταλτικό αποτέλεσμα
2. Το μεταβιβαστικό αποτέλεσμα
– Ειδικότερα η μερική μεταβίβαση
α. Η μερική μεταβίβαση μπορεί να είναι ρητή ή σιωπηρή
β. Τα μέρη της απόφασης ή του βουλεύματος να μπορούν να διαχωρισθούν μεταξύ τους και να μην υπάρχει σχέση αλληλοεξάρτησης
3. Η απαγόρευση της χειροτέρευσης της θέσης του κατηγορουμένου
α. Γενική επισκόπηση
β. Ειδικότερες περιπτώσεις
i. Όταν επιτείνεται το ύψος ή το είδος της ποινής που επιβλήθηκε
ii. Όταν ανακαλούνται ευεργετήματα, που είχαν παρασχεθεί, έστω και παρανόμως
iii. Όταν μεταβάλλεται δυσμενέστερα ο χαρακτηρισμός της πράξης
iv. Όταν επαυξάνεται το ποσό της αποζημίωσης ή χρηματικής ικανοποίησης που επιδικάσθηκε στον πολιτικώς ενάγοντα ή του επιδικάζεται για πρώτη φορά χρηματική ικανοποίηση
v. Όταν το δευτεροβάθμιο δικαστήριο διατηρεί την ίδια συνολική ποινή, αν και αθώωσε τον κατηγορούμενο για ένα από τα συρρέοντα εγκλήματα ή τα κεφάλαια της κατηγορίας, έστω και αν η συνολική αυτή ποινή δεν υπερβαίνει τα όρια της απειλούμενης για τα υπόλοιπα
vi. Όταν το δευτεροβάθμιο δικαστήριο παραμερίζει τον υπολογισμό της προσωρινής κράτησης
vii. Όταν το δευτεροβάθμιο δικαστήριο δέχεται διαφορετικό χρόνο τέλεσης της πράξης, εφόσον όμως η μεταβολή αυτή αποκλείει την παραγραφή
γ. Οι προβλεπόμενες εξαιρέσεις
i. Όταν πρόκειται να επιβληθεί παρεπόμενη ποινή, που δεν επιβλήθηκε λόγω παραδρομής
ii. Όταν πρόκειται να επιβληθεί μέτρο ασφάλειας. Η σχετική προβληματική
4. Το επεκτατικό αποτέλεσμα
α. Γενική επισκόπηση
β. Οι συγκεκριμένες περιπτώσεις
i. Αν στο έγκλημα συμμετείχαν περισσότεροι. Το ζήτημα της εφαρμογής στα εγκλήματα από αμέλεια
ii. Αν η ποινική ευθύνη ορισμένου κατηγορουμένου εξαρτάται, σύμφωνα με τον νόμο, από την ευθύνη άλλου
Ειδικότερα σχετικά με την προϋπόθεση ότι οι προτεινόμενοι λόγοι δεν πρέπει να αναφέρονται αποκλειστικά στο πρόσωπο εκείνου που ασκεί το ένδικο μέσο
iii. Αν περισσότερα συναφή εγκλήματα δικάσθηκαν από το ίδιο δικαστήριο
Επίμετρο 1: Το επεκτατικό αποτέλεσμα εφαρμόζεται μόνον αν οι υπόλοιποι κατηγορούμενοι δεν δικαιούνται να ασκήσουν ένδικο μέσο ή δικαιούνται αλλά δεν το άσκησαν ή το άσκησαν αλλά αυτό απορρίφθηκε ως
απαράδεκτο ή ανυποστήρικτο
Επίμετρο 2: Το επεκτατικό αποτέλεσμα εφαρμόζεται μόνον εφόσον ωφελεί και τους υπόλοιπους κατηγορουμένους
Επίμετρο 3: Το επεκτατικό αποτέλεσμα ισχύει μόνον εφόσον οι περισσότεροι κατηγορούμενοι κρίθηκαν με την ίδια απόφαση
ΤΕΤΑΡΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΟΙ ΛΟΓΟΙ ΑΝΑΙΡΕΣΗΣ ΤΩΝ ΒΟΥΛΕΥΜΑΤΩΝ
Εισαγωγική παρατήρηση
1. Η απόλυτη ακυρότητα
α. Η κακή σύνθεση του δικαστικού συμβουλίου
β. Η μη κίνηση της ποινικής δίωξης από τον εισαγγελέα και η μη υποχρεωτική συμμετοχή του στις πράξεις της προδικασίας που ορίζονται στον νόμο
i. Ειδικά η μη κίνηση της ποινικής δίωξης από τον εισαγγελέα
Ειδικότερα η μεταβολή της κατηγορίας
ii. Η μη υποχρεωτική συμμετοχή του εισαγγελέα στις πράξεις της προδικασίας που ορίζονται στον νόμο
γ. Η μη αναστολή της ποινικής δίωξης στις περιπτώσεις που την επιβάλλει υποχρεωτικά ο νόμος
δ. Η μη τήρηση των διατάξεων που καθορίζουν την εμφάνιση, την εκπροσώπηση και την υπεράσπιση του κατηγορουμένου, καθώς και την άσκηση των δικαιωμάτων που του παρέχονται από τον νόμο, την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών και το Διεθνές Σύμφωνο για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα
αα. Γενική επισκόπηση
ββ. Τα ειδικότερα δικαιώματα υπεράσπισης
Πότε ειδικότερα αποκτάται η ιδιότητα του κατηγορουμένου;
Ευρύτερα η προστασία των δικαιωμάτων που εγγυάται η ΕΣΔΑ σε κάθε πρόσωπο, εναντίον του οποίου εξετάζεται οποιαδήποτε κατηγορία ποινικής φύσης
I. Τα συγκεκριμένα δικαιώματα του προσώπου που καλείται για παροχή εξηγήσεων κατά την προκαταρκτική εξέταση και οι υποχρεώσεις εκείνου που την ενεργεί
– Ακόμη ειδικότερα η απαγόρευση παραμονής στη δικογραφία της προηγούμενης έγγραφης εξέτασής του, αν αυτή έγινε ενόρκως ή χωρίς τη δυνατότητα παράστασης με συνήγορο
II. Τα δικαιώματα εκείνου που καλείται για εξέταση, όταν ενεργείται προανάκριση σύμφωνα με το άρθρο 243 παρ. 2 (προανάκριση χωρίς εισαγγελική παραγγελία)
III. Τα δικαιώματα εκείνου που εξετάζεται κατά τη διάρκεια είτε ένορκης διοικητικής εξέτασης είτε ελέγχου του Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης ή Σώματος ή Υπηρεσίας Επιθεώρησης και Ελέγχου των φορέων της παρ. 2 του άρθρου 1 του Ν. 3074/2002
IV. Τα δικαιώματα του κατηγορουμένου στο στάδιο της ανάκρισης
α. Συνοπτική επισκόπηση των βασικών δικαιωμάτων του κατηγορουμένου
– Ειδικότερες ρυθμίσεις στην προανάκριση
β. Αναλυτική εξέταση των συγκεκριμένων δικαιωμάτων του κατηγορουμένου
i. Το δικαίωμα διορισμού συνηγόρου ή συνηγόρων
– Ειδικότερα ο αυτεπάγγελτος διορισμός συνηγόρου
ii. Το δικαίωμα συμπαράστασης με συνήγορο ή συνηγόρους
– Ειδικότερα το δικαίωμα επικοινωνίας με τον ή τους συνηγόρους του
iii. Το δικαίωμα γνώσης του κατηγορητηρίου και των άλλων εγγράφων της ανάκρισης καθώς και το δικαίωμα να λάβει αντίγραφά τους ύστερα από γραπτή αίτησή του και με δαπάνη του
iv. Το δικαίωμα να λάβει 48ωρη προθεσμία για απολογία, που μπορεί, ύστερα από αίτησή του, να παραταθεί
v. Το δικαίωμα ενημέρωσης για τα ανωτέρω δικαιώματά του
vi. Το δικαίωμα παράστασης κατά την ενέργεια κάθε ανακριτικής πράξης, με εξαίρεση την εξέταση των μαρτύρων, εκτός αν συντρέχει η περίπτωση της παρ. 2 του άρθρου 219
vii. Το δικαίωμα υποβολής ερωτήσεων και παρατηρήσεων
viii. Το δικαίωμα της προηγούμενης ενημέρωσης για την κατηγορούμενη πράξη
ix. Το δικαίωμα απολογίας
x. Το δικαίωμα της άρνησης απάντησης στην κατηγορία (δικαίωμα «σιωπής»)
– Ειδικότερα η διάκριση της ολικής, της προσωρινής και της μερικής σιωπής του κατηγορουμένου
– Ακόμη ειδικότερα η απαγόρευση λήψης υπόψη «ανώμοτης» κατάθεσης του κατηγορουμένου
xi. Το περαιτέρω δικαίωμα του κατηγορουμένου να μην καταθέσει περιστατικά, από τα οποία θα μπορούσε να προκύψει η ενοχή του για αξιόποινη πράξη
xii. Το δικαίωμα να ζητήσει την εξέταση κάθε αποδεικτικού μέσου και την ενέργεια κάθε ανακριτικής πράξης για την υπεράσπισή του
xiii. Το δικαίωμα να ζητήσει την εξαίρεση του ανακριτή, του εισαγγελέα, του γραμματέα της ανάκρισης ή των τυχόν διορισθέντων πραγματογνωμόνων
xiv. Το δικαίωμα προσφυγής στο δικαστικό συμβούλιο στις περιπτώσεις του άρθρου 307
Επίμετρο: Επιπλέον δικαιώματα από άλλες ειδικές διατάξεις
V. Τα δικαιώματα του κατηγορουμένου με την τυπική ολοκλήρωση της ανάκρισης
i. Το δικαίωμα γνώσης της (τυπικής) ολοκλήρωσης της ανάκρισης
– Ειδικότερα η υποχρέωση παροχής του απολύτως αναγκαίου χρόνου άσκησης των δικαιωμάτων
– Πότε η τυπική περάτωση της κύριας ανάκρισης μπορεί να λαμβάνει χώρα κατ’ εξαίρεση, χωρίς να προηγηθεί η ανωτέρω γνωστοποίηση. Η περίπτωση των «τυπικών» κλήσεων
– Τι πρέπει να γίνεται στην περίπτωση που ο κατηγορούμενος δεν εμφανίζεται να απολογηθεί από απείθεια
ii. Το δικαίωμα γνώσης της εισαγγελικής πρότασης
iii. Το δικαίωμα (;) αυτοπρόσωπης εμφάνισης ενώπιον του δικαστικού συμβουλίου
iv. Το δικαίωμα γνώσης των εγγράφων ή άλλων αποδεικτικών στοιχείων που υποβάλλονται στο συμβούλιο μετά το τέλος της ανάκρισης
VΙ. Η παραβίαση του δικαιώματος της δίκαιης διεξαγωγής της δίκης κατά την ανάκριση και ορισμένες συγκεκριμένες περιπτώσεις
– Συγκεκριμένες περιπτώσεις παραβίασης του δικαιώματος για δίκαιη διεξαγωγή της δίκης
i. Η χρησιμοποίηση απαγορευμένων αποδεικτικών μέσων. Οι αποδεικτικές απαγορεύσεις
α. Ο βασικός προβληματισμός. Θεωρητικές και νομολογιακές αναζητήσεις
β. Αναφορικά με τις θεωρίες της «στάθμισης». Ανάλυση της αρνητικής θέσης μου
γ. Νομοθετικές αναζητήσεις και οι σχετικές ερμηνευτικές προσεγγίσεις
δ. Ποιες συγκεκριμένες εξαιρέσεις μπορούν να γίνονται δεκτές
αα. Η απαγόρευση δεν ισχύει, όταν το αποδεικτικό μέσο είναι νόμιμο καθ’ εαυτό, αλλά προέρχεται από ένα άλλο παράνομο αποδεικτικό μέσο, εφόσον όμως το νόμιμο αποδεικτικό μέσο δεν εξαρτάται από το παράνομο αποδεικτικό μέσο
ββ. Η απαγόρευση δεν ισχύει, όταν το αποδεικτικό μέσο έχει ευθέως εγκληματικό περιεχόμενο
γγ. Η απαγόρευση δεν ισχύει, όταν το αποδεικτικό μέσο αποτελεί το μοναδικό μέσο που αποδεικνύει την αθωότητα ενός προσώπου που κατηγορείται αδίκως
Ειδικότερα η ορθή έννοια του «μοναδικού» αποδεικτικού μέσου και η προβληματική επίκλησή του από τη νομολογία του ΑΠ
ε. Η προβληματική ρύθμιση της παρ. 4 του άρθρου 370Α του ΠΚ και η κατάργησή της
στ. Η συνταγματική τομή της νέας παρ. 3 του άρθρου 19 Σ που θεσπίσθηκε με την αναθεώρηση του έτους 2001 και οι προσπάθειες αποδόμησής της. Ζητήματα που ανακύπτουν
ζ. Ανακεφαλαίωση
Επίμετρο 1: Επιτρέπεται ο εξαναγκασμός, προκειμένου να καταστεί εφικτή η πραγματοποίηση μιας ανακριτικής πράξης, αν το πρόσωπο, επί του οποίου είναι αναγκαίο να ενεργηθεί, δεν συναινεί; Ειδικότερα η ανάλυση DNA
Επίμετρο 2: Οι ειδικές ανακριτικές πράξεις επί εγκληματικών και τρομοκρατικών οργανώσεων. Η συμβατότητά τους με το Σύνταγμα και την ΕΣΔΑ
A. Οι συγκεκριμένες ανακριτικές πράξεις
α. Ανακριτική διείσδυση
β. Ελεγχόμενες μεταφορές
γ. Άρση του απορρήτου των επιστολών και της ελεύθερης ανταπόκρισης και επικοινωνίας
δ. Καταγραφές δραστηριότητας ή άλλων γεγονότων εκτός κατοικίας
ε. Συσχέτιση ή συνδυασμός δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα
B. Οι προϋποθέσεις διεξαγωγής τους
Γ. Η σχετική διαδικασία
Δ. Ρυθμίσεις για τα «τυχαία ευρήματα»
Ε. Ζητήματα συρροής με διατάξεις της αντίστοιχης ειδικής ποινικής νομοθεσίας
ΣΤ. Δικονομικές συνέπειες αν δεν τηρούνται οι προβλεπόμενες εγγυήσεις
i. Η δυνατότητα αξιοποίησης άκυρων εγγράφων
ii. Η δυνατότητα λήψης υπόψη ένορκων βεβαιώσεων
– Ακόμη περισσότερο στην αποδεικτική διαδικασία στο ακροατήριο
iii. Η μη τήρηση των διατάξεων που προβλέπουν τον τρόπο εξέτασης των μαρτύρων και ειδικότερα των ανηλίκων. Η θέση της νομολογίας του ΑΠ και η κριτική της
iv. Η μη τήρηση της διάταξης της παρ. 2 του άρθρου 224
v. Η παράλειψη ενημέρωσης του κατηγορουμένου για το δικαίωμά του να αρνηθεί να απαντήσει στην κατηγορία και να μην αυτοενοχοποιηθεί. Η θέση της νομολογίας του ΑΠ και η κριτική της
vi. Η παράλειψη της τήρησης της υποχρέωσης έγγραφης και λεπτομερούς ανακοίνωσης της κατηγορίας στον κατηγορούμενο. Η θέση της νομολογίας του ΑΠ και η κριτική της
Επίμετρο 1: Η προστασία των δικαιωμάτων του κατηγορουμένου. Η θέση της νομολογίας του ΑΠ και η κριτική της
Επίμετρο 2: Η αίτηση κήρυξης της ακυρότητας πράξεων της προδικασίας
2. Η εσφαλμένη ερμηνεία ή εφαρμογή της ουσιαστικής ποινικής διάταξης που εφαρμόσθηκε στο βούλευμα
α. Γενική επισκόπηση
β. Ειδικότερα η εκ πλαγίου παράβαση ή έλλειψη νόμιμης βάσης
3. Η παραβίαση του δεδικασμένου
4. Η έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας
α. Γενική επισκόπηση
β. Τα ειδικότερα στοιχεία της ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας
αα. Τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την ανάκριση
ββ. Όλα τα αποδεικτικά μέσα που έχουν συγκεντρωθεί με την αντίστοιχη εκτίμηση καθενός από αυτά ξεχωριστά και την αξιολογική συσχέτισή τους με τα υπόλοιπα
i. Η υποχρέωση παράθεσης όλων των αποδεικτικών μέσων. Η αντιφατική θέση της νομολογίας του ΑΠ και η κριτική της. Χωρίς
ιδιαίτερη σημασία η υποχρέωση μνείας του «είδους» των αποδεικτικών μέσων κατά κατηγορίες
Ειδικότερα, η υποχρέωση ειδικής αναφοράς των αποδεικτικών μέσων της πραγματογνωμοσύνης και της αυτοψίας
– Η προβληματική της παραδοχής από τη νομολογία του ΑΠ ότι από την αιτιολογία πρέπει να προκύπτει πως λήφθηκαν υπόψη όλα τα αποδεικτικά μέσα. Θετικές και αρνητικές προσεγγίσεις
– Επιπλέον η προβληματική αντιμετώπιση από τη νομολογία του ΑΠ της «επιλεκτικής» αιτιολογίας. Θετικές και αρνητικές παραδοχές
ii. Η υποχρέωση αξιολόγησης των αποδεικτικών μέσων. Η αρνητική –κατά κανόνα– θέση της νομολογίας του ΑΠ και η κριτική της
– Επιπλέον παρατηρήσεις, προς αντίκρουση της παραδοχής της νομολογίας του ΑΠ ότι η αξιολόγηση των αποδείξεων αποτελεί αναιρετικά ανέλεγκτη κρίση του δικαστηρίου της ουσίας
γγ. Οι σκέψεις και οι συλλογισμοί που οδήγησαν στις παραδοχές του βουλεύματος
Επίμετρο 1: Μία πρόταση για τον εννοιολογικό προσδιορισμό της ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας
Επίμετρο 2: Χαρακτηριστικές περιπτώσεις έλλειψης αιτιολογίας από τη νομολογία του ΑΠ
γ. Η προβληματική της εξ ολοκλήρου αναφοράς στην οικεία εισαγγελική πρόταση
δ. Ειδικότερα ως προς την αιτιολογία των «απαλλακτικών» βουλευμάτων
ε. Έλλειψη αιτιολογίας και έλλειψη νόμιμης βάσης
Επίμετρο: Η απόρριψη των αιτήσεων εξέτασης αποδεικτικών μέσων ή ενέργειας πράξεων συγκέντρωσης αποδεικτικού υλικού
5. Η παράνομη απόρριψη της έφεσης κατά του βουλεύματος ως απαράδεκτης
6. Η υπέρβαση εξουσίας
Α. Γενική επισκόπηση και μερικότερες περιπτώσεις
Β. Η αρνητική υπέρβαση εξουσίας
Επίμετρο: Η αυτεπάγγελτη εξέταση των λόγων αναίρεσης
ΠΕΜΠΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΟΙ ΛΟΓΟΙ ΑΝΑΙΡΕΣΗΣ ΤΩΝ ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ
1. Η απόλυτη ακυρότητα που έλαβε χώρα στη διαδικασία στο ακροατήριο
α. Η κακή σύνθεση του δικαστηρίου που εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση
– Ειδικότερα η παραβίαση των διατάξεων που ορίζουν τις περιπτώσεις αποκλεισμού και εξαίρεσης των δικαστικών προσώπων
αα. Οι λόγοι αποκλεισμού:
i. Ύπαρξη συγγενικού δεσμού
ii. Συνδρομή άμεσης προσωπικής προσβολής
iii. Προγενέστερη ανάμιξη στην υπόθεση
ββ. Οι λόγοι εξαίρεσης:
i. Ιδιαίτερη φιλία ή οικειότητα ή φιλονικία ή έχθρα
ii. Άμεσο προσωπικό συμφέρον από την έκβαση της υπόθεσης
iii. Ασύγγνωστη αμέλεια ή άλλη αθέμιτη πράξη στην ανάκριση
iv. Οποιαδήποτε εκδήλωση, από την οποία συνάγεται εύλογα αντίστοιχη προκατάληψη
Επίμετρο: Ο προβληματισμός ως προς τη συμπεριφορά κατά τη διάρκεια της δίκης και ιδίως τον τρόπο διεύθυνσης της διαδικασίας ή της υποβολής ερωτήσεων
β. Η μη κίνηση της ποινικής δίωξης από τον εισαγγελέα καθώς και η μη συμμετοχή του εισαγγελέα στη διαδικασία στο ακροατήριο
αα. Η μη κίνηση της ποινικής δίωξης από τον εισαγγελέα. Ειδικότερα το πρόβλημα της προσθήκης επιβαρυντικών περιστάσεων και η απαγορευόμενη μεταβολή της κατηγορίας
ββ. Η μη υποχρεωτική συμμετοχή του εισαγγελέα στη διαδικασία στο ακροατήριο
γ. Η μη αναστολή της ποινικής δίωξης σε όσες περιπτώσεις την επιβάλλει υποχρεωτικά ο νόμος
δ. Η μη τήρηση των διατάξεων που καθορίζουν την εμφάνιση, την εκπροσώπηση και την υπεράσπιση του κατηγορουμένου και την άσκηση των δικαιωμάτων που του παρέχονται από τον νόμο, την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών και το Διεθνές Σύμφωνο για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα
– Ενδεικτικές περιπτώσεις απόλυτης ακυρότητας από τη νομολογία του ΑΠ
Ειδικότερα θέματα
Προκαλεί απόλυτη ακυρότητα η αποδεικτική αξιοποίηση στη διαδικασία στο ακροατήριο αποδεικτικών μέσων που αποκτήθηκαν παράνομα στην προδικασία; Η θέση της νομολογίας του ΑΠ και η κριτική της
Το ζήτημα που ανακύπτει σε σχέση με την εφαρμογή της παρ. 2 του άρθρου 366 ΠΚ. Η θέση της νομολογίας του ΑΠ και η κριτική της
– Η ανάγνωση εγγράφων. Θετικές και αρνητικές παραδοχές της νομολογίας του ΑΠ
– Πρέπει, πάντως, να προσδιορίζεται η ταυτότητα του εγγράφου
– Δεν προκαλεί απόλυτη ακυρότητα η παράλειψη ανάγνωσης νομοθετικών κειμένων
– Η ανάγνωση του ποινικού μητρώου. Η θέση της νομολογίας του ΑΠ και η κριτική της
– Σύμφωνα με τη νομολογία του ΑΠ δεν διαβάζονται τα έγγραφα που αποτελούν το υλικό αντικείμενο ή το σώμα ή τη βάση του εγκλήματος. Κριτικές παρατηρήσεις
– Ειδικότερα τα αντικείμενα αυτοψίας
– Η παράλειψη ανάγνωσης των υποβληθέντων εγγράφων. Η θέση της νομολογίας του ΑΠ και η κριτική της
– Προκαλεί, όμως, απόλυτη ακυρότητα η παράλειψη ανάγνωσης εγγράφου που προσκομίζεται από τον κατηγορούμενο για την υπεράσπισή του
– Σύμφωνα με τη νομολογία του ΑΠ δεν προκαλείται απόλυτη ακυρότητα, όταν το δικαστήριο σχημάτισε την κρίση του από έγγραφο που αναφέρεται ιστορικώς ή διηγηματικώς ή γενικότερα το περιεχόμενό του προκύπτει από άλλα αποδεικτικά στοιχεία. Κριτικές παρατηρήσεις
– Η νομοθετική επέκταση της έννοιας του εγγράφου
– Επιτρέπεται η λήψη υπόψη ανεπικύρωτου φωτοαντιγράφου;
– Η ανάγνωση εγγράφων από άλλη ποινική, πολιτική ή διοικητική δίκη
– Ακόμη ειδικότερα η απαγόρευση ανάγνωσης των ένορκων καταθέσεων της προδικασίας και οι προβλεπόμενες εξαιρέσεις της
αα. Η προβλεπόμενη από το άρθρο 365 παρ. 1 εξαίρεση και η προβληματική εφαρμογή της
ββ. Η προβλεπόμενη από το άρθρο 357 παρ. 3 εδ. τελευταίο εξαίρεση και η προβληματική εφαρμογή της
Επίμετρο: Η παραβίαση του δικαιώματος υποβολής παρατηρήσεων στις αποδείξεις που ενεργήθηκαν
ε. Η παράνομη παράσταση του πολιτικώς ενάγοντος στη διαδικασία στο ακροατήριο
Γενική επισκόπηση
– Ειδικότερα η προβληματική της δυνατότητας παράστασης μόνο προς
υποστήριξη της κατηγορίας
– Ποιοι ειδικότερα νομιμοποιούνται να παρίστανται ως πολιτικώς ενάγοντες
Οι παθόντες και οι αμέσως ζημιωθέντες
– Η προβληματική των εμμέσως ζημιωθέντων. Τι γίνεται με τους κληρονόμους;
– Ειδικότερα τα μέλη της οικογένειας του θύματος
– Το πρόβλημα των φυσικών προσώπων-μελών νομικών προσώπων
– Η παράσταση των νομικών προσώπων
– Ειδικότερα η παράσταση των ανώνυμων εταιρειών
– Ακόμη ειδικότερα η παράσταση των εταιρειών περιορισμένης ευθύνης
– Η ηθική βλάβη του νομικού προσώπου
– Η δυνατότητα παράστασης πολιτικής αγωγής στα εγκλήματα κατά του κράτους ή του κοινωνικού συνόλου
– Οι προβλεπόμενες περιπτώσεις παράστασης πολιτικής αγωγής μόνο προς υποστήριξη της κατηγορίας
Η άσκηση πολιτικής αγωγής κατά δικαστικών λειτουργών και ευρύτερα προσώπων που υπηρετούν την απονομή της Δικαιοσύνης
Δεν επιτρέπεται παράσταση πολιτικής αγωγής, αν έχει εκδοθεί οριστική απόφαση στην πολιτική διαδικασία
Άσκηση πολιτικής αγωγής από τον εισαγγελέα
Πότε η δήλωση παράστασης πολιτικής αγωγής είναι απαράδεκτη
2. Η σχετική ακυρότητα (άρθρο 170 παρ. 1) και η έλλειψη ακρόασης (άρθρο 170 παρ. 2)
α. Η σχετική ακυρότητα
– Ειδικότερα η απαγόρευση εξέτασης ως μαρτύρων ορισμένων προσώπων
αα. Όσων άσκησαν στην ίδια υπόθεση εισαγγελικά ή ανακριτικά καθήκοντα ή έργα γραμματέα της ανάκρισης
ββ. Όσων κηρύχθηκαν ένοχοι για την πράξη που εκδικάζεται, έστω και αν δεν τους επιβλήθηκε ποινή
– Το ειδικότερο ζήτημα, αν πρέπει να επιτρέπεται η εξέταση ως μαρτύρων των συγκατηγορουμένων για την ίδια πράξη. Η θέση του ΑΠ και η κριτική της
Επίμετρο 1: Υπάρχει απαγόρευση εξέτασης ως μαρτύρων των δημοσιογράφων;
Επίμετρο 2: Η ακυρότητα που προκαλείται από τη μη τήρηση όσων ορίζονται στις παρ. 2-8 του άρθρου 17Β του ΚΟΔΚΔΛ, η οποία καλύπτεται, αν δεν προταθεί πριν αρχίσει η αποδεικτική διαδικασία
Επίμετρο 3: Η απομάκρυνση του κατηγορουμένου κατά την κατάθεση μάρτυρα
β. Η έλλειψη ακρόασης
–Το ζήτημα της συνδρομής σχετικής και απόλυτης ακυρότητας. Υπερισχύει η απόλυτη ακυρότητα
Επίμετρο: Επιβάλλεται η προηγούμενη άμεση προσφυγή στο δικαστήριο; Η θέση μέρους της νομολογίας του ΑΠ και η κριτική της
3. Η παράβαση των διατάξεων που αναφέρονται στη δημοσιότητα της διαδικασίας στο ακροατήριο
I. Ο δικαιολογητικός λόγος εισαγωγής της αρχής της δημοσιότητας
– Ορισμένες προβληματικές περιπτώσεις
II. Πότε κατ’ εξαίρεση πρέπει να αποκλείεται η δημοσιότητα
i. Κίνδυνος βλάβης στα χρηστά ήθη ή συνδρομή ειδικών λόγων προστασίας της ιδιωτικής ή της οικογενειακής ζωής των διαδίκων
ii. Διαδικασία στα Δικαστήρια Ανηλίκων
III. Η προβληματική της «έμμεσης» δημοσιότητας, δηλαδή εκείνης που λαμβάνει χώρα μέσω του τύπου και των ηλεκτρονικών μέσων ενημέρωσης (π.χ. ραδιόφωνο, τηλεόραση)
IV. Η αρνητική λειτουργία της δημοσιότητας
Επίμετρο: Η διεύρυνση της δημοσιότητας
4. Η έλλειψη της ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας που επιβάλλεται από το Σύνταγμα
α. Γενική επισκόπηση
– Ειδικά η αιτιολογία του δόλου
– Ειδικότερα η «τυπική» αιτιολογία
– Πότε επιτρέπεται να συμπληρώνεται το αιτιολογικό με το διατακτικό
– Το ζήτημα της «ενδοιαστικής» αιτιολογίας
– Η ξεχωριστή μνεία και ειδικότερη αξιολόγηση των αποδεικτικών μέσων
– Αιτιολογία απαιτείται και στις παρεμπίπτουσες αποφάσεις
– Το ζήτημα της αιτιολογίας του ηθικού αυτουργού
β. Ειδικότερα η αιτιολογία των αθωωτικών αποφάσεων
γ. Ακόμη ειδικότερα οι αυτοτελείς ισχυρισμοί
– Έλλειψη αιτιολογίας και έλλειψη νόμιμης βάσης
Επίμετρο 1: Η παραδοχή αποδεικτικού μέσου με διαφορετικό περιεχόμενο από εκείνο που πραγματικά έχει ή γενικότερα η διαμόρφωση του αιτιολογικού με παραδοχές που δεν προκύπτουν από τα επικαλούμενα αποδεικτικά μέσα
Επίμετρο 2: Υπάρχει ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, όταν ο δικαστής της ουσίας βασίζει το αποδεικτικό του συμπέρασμα σε ανύπαρκτο ή ανύπαρκτα αποδεικτικά μέσα;
5. Η εσφαλμένη εφαρμογή ή ερμηνεία ουσιαστικής ποινικής διάταξης. Ειδικότερα η εκ πλαγίου παραβίαση ή έλλειψη νόμιμης βάσης
– Ενδεικτικά παραδείγματα από τη σχετική νομολογία του ΑΠ
6. Η παραβίαση του δεδικασμένου
7. Η καθ’ ύλην αναρμοδιότητα του δικαστηρίου που δίκασε
Ι. Η καθ’ ύλην αρμοδιότητα των τακτικών ποινικών δικαστηρίων
α. Τα πταισματοδικεία
β. Τα πλημμελειοδικεία
αα. Ειδικότερα τα μονομελή πλημμελειοδικεία
ββ. Ειδικότερα τα τριμελή πλημμελειοδικεία
γ. Τα μεικτά ορκωτά δικαστήρια
αα. Η γενική αρμοδιότητα εκδίκασης των κακουργήματος και η προβληματική της
ββ. Η εκδίκαση των πολιτικών εγκλημάτων
γγ. Τα δια του τύπου διαπραττόμενα εγκλήματα
δ. Τα εφετεία
αα. Τα μονομελή εφετεία
ββ. Τα τριμελή εφετεία
– Ειδικότερα η εξαιρετική αρμοδιότητα των τριμελών εφετείων εκδίκασης σε πρώτο βαθμό
γγ. Τα πενταμελή εφετεία
δδ. Τα μεικτά ορκωτά εφετεία
II. Η καθ’ ύλην αρμοδιότητα των ειδικών ποινικών δικαστηρίων
1. Τα Δικαστήρια Ανηλίκων
α. Τα μονομελή δικαστήρια ανηλίκων
β. Τα τριμελή δικαστήρια ανηλίκων
γ. Τα τριμελή εφετεία ανηλίκων
2. Τα Στρατιωτικά Δικαστήρια
α. Στρατοδικεία, Ναυτοδικεία και Αεροδικεία
Οι εξαιρέσεις υπέρ των τακτικών ποινικών δικαστηρίων
β. Το Αναθεωρητικό Δικαστήριο
Επίμετρο 1: Η άμεση εκδίκαση των εγκλημάτων που τελούνται κατά τη διάρκεια των συνεδριάσεων
Επίμετρο 2: Ο προσδιορισμός της καθ’ ύλην αρμοδιότητας
8. Η υπέρβαση εξουσίας
Ι. Οι περιπτώσεις που προβλέπονται συγκεκριμένα στον νόμο
α. Η υπέρβαση δικαιοδοσίας
β. Η επίλυση προκαταρκτικού ζητήματος που υπάγεται στην αποκλειστική δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων με ρητή διάταξη του νόμου
γ. Η απόφαση για την πολιτική αγωγή κατά παράβαση των άρθρων 65 παρ. 1 και 66 παρ. 1
δ. Η έλλειψη ειδικών προϋποθέσεων κίνησης της ποινικής δίωξης
ΙΙ. Οι περιπτώσεις που γίνεται δεκτό ότι υπάγονται στην έννοια της υπέρβασης εξουσίας:
i. Η τοπική αναρμοδιότητα
ii. Η παραβίαση του μεταβιβαστικού αποτελέσματος της έφεσης
iii. Η χειροτέρευση της θέσης του κατηγορουμένου
iv. Η παράνομη απόρριψη της έφεσης ως απαράδεκτης ή ανυποστήρικτης
v. Η παρά τον νόμο περάτωση της ποινικής δίκης
vi. Η παρά τον νόμο κήρυξη της καθ’ ύλην αναρμοδιότητας
vii. Η παραβίαση της λειτουργικής αρμοδιότητας του μεικτού ορκωτού δικαστηρίου και των τακτικών δικαστών
viii. Η παραβίαση της λειτουργικής αρμοδιότητας του προέδρου ή του διευθύνοντος τη συζήτηση στα πολυμελή δικαστήρια
ix. Η παραβίαση του επεκτατικού αποτελέσματος του ένδικου μέσου
x. Η παρά τον νόμο απόρριψη της έφεσης κατά της απόφασης ως ανυποστήρικτης
Επίμετρο: Παραδείγματα εφαρμογών από τη νομολογία του ΑΠ
ΕΚΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Η ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ -
Η ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΗ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑ - Η ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΑΝΑΙΡΕΣΗ
1. Επί βουλευμάτων (σε Συμβούλιο)
I. Η διαδικασία
II. Η λειτουργική αρμοδιότητα
III. Η διαδικασία μετά την αναίρεση του βουλεύματος
2. Επί αποφάσεων
I. Η διαδικασία ενώπιον του Αρείου Πάγου
II. Η λειτουργική αρμοδιότητα
III. Η διαδικασία μετά την αναίρεση
Επίμετρο: Η δυνατότητα ανάκλησης των αποφάσεων του Αρείου Πάγου
ΠΙΝΑΚΑΣ ΟΡΩΝ